Επί σχεδόν τρεις δεκαετίες το Τείχος του Βερολίνου χώριζε δύο συστήματα, διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις, οικογένειες και φίλους. Η οικοδόμησή του ξεκίνησε πριν από 60 χρόνια και το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου του 1989 είχε φθάσει η ώρα για τη …φράση που θα άλλαζε τη Γερμανία.
Οι δείκτες των ρολογιών έδειχναν 9.20 μ.μ. όταν σηκώθηκε η μπάρα στο συνοριακό φυλάκιο της Μπορνχόλμερ Στράσε και χιλιάδες άνθρωποι διέσχισαν τα «σύνορα» τη διχοτομημένης πόλης. Λίγο νωρίτερα ο Γκύντερ Σαμπόφσκι, εκπρόσωπος της DDR έδωσε μία ιστορική συνέντευξη Τύπου στην οποία, μάλλον άθελά του, σήμανε το έναυσμα με τη λέξη «αμέσως».
Από τα μέσα Οκτωβρίου 1989, η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας βρισκόταν αντιμέτωπη με τη λαϊκή πίεση για τους περιορισμούς που είχε επιβάλει και στις 9 Νοεμβρίου, έλαβε αποφάσεις σύμφωνα με τις οποίες οι Ανατολικογερμανοί πολίτες θα μπορούν να ζητήσουν άδεια ταξιδιού στο εξωτερικό χωρίς να χρειάζεται να πληρούν κάποιο κριτήριο για τέτοια ταξίδια. Επετράπη επίσης η μόνιμη μετανάστευση μέσω οποιασδήποτε συνοριακής διάβασης -συμπεριλαμβανομένων αυτών ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο Σαμπόφσκι εμφανίστηκε στην αίθουσα Τύπου που αυτή τη φορά ήταν πρωτόγνωρα γεμάτη, ανακοινώνοντας τις αποφάσεις. Ένας από τους δημοσιογράφους ρώτησε πότε οι κανονισμοί θα τεθούν σε ισχύ. Ο Σαμπόφσκι υπέθεσε ότι θα γίνει αυθημερόν σύμφωνα με το κείμενο και μετά από παύση λίγων δευτερολέπτων απάντησε: «Απ’ όσο ξέρω μπαίνει σε ισχύ αμέσως… χωρίς καθυστέρηση» (γερμανικά: Das tritt nach meiner Kenntnis … ist das sofort … unverzüglich).
Η είδηση εξαπλώθηκε σαν πυρκαγιά και καθώς η νύχτα προχωρούσε, χιλιάδες Ανατολικογερμανοί άρχισαν να φτάνουν στις έξι συνοριακές διαβάσεις κατά μήκος του Τείχους του Βερολίνου. Απαίτησαν να τους επιτραπεί να περάσουν. Το μόνο που κατάφερναν οι ζωντανές τηλεοπτικές μεταδόσεις από το σημείο ήταν να έρχονται όλο και περισσότεροι Ανατολικογερμανοί στο τείχος. Τα πλήθη υπερείχαν αριθμητικά των συνοριοφυλάκων που αρχικά προσπάθησαν να κερδίσουν χρόνο. Ωστόσο, κανείς δεν ήταν πρόθυμος να πυροβολήσει. Τέλος, ο αξιωματικός της Στάζι Χάραλντ Γιέγκερ αποφάσισε να ανοίξει τις πύλες στην συνοριακή διάβαση Μπορνχόλμερ Στράσε και να επιτρέψει την είσοδο στο δυτικό Βερολίνο.
Η 9η Νοεμβρίου του 1989 άνοιξε το δρόμο για την γερμανική επανένωση και μάλιστα ειρηνικά χωρίς να πέσει ούτε σφαίρα. Στις 02.00 τα μεσάνυκτα της 10ης Νοεμβρίου 1989, ενώ το Τείχος του Βερολίνου, συνολικής έκτασης 43,1 χλμ., άρχισε να γκρεμίζεται, το νέο κεφάλαιο της ιστορίας άρχισε να κτίζεται. Στους μήνες που ακολούθησαν όλο και περισσότερες χώρες στην ανατολική Ευρώπη έπαιρναν το δρόμο της ανεξαρτησίας από την Μόσχα. Ο κύκλος έκλεισε τα Χριστούγεννα του 1991 με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης από όπου όλα ξεκίνησαν το 1985 με την εκλογή του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ως επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Τριάντα δύο χρόνια πέρασαν από εκείνη τη νύχτα, στην οποία οι πολίτες άρχισαν με τα χέρια τους να γκρεμίζουν το Τείχος, σύμβολο, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, της διαίρεσης του κόσμου σε δύο στρατόπεδα. H ανέγερση των πρώτων τμημάτων του το 1961 ήταν η επίσημη έναρξη του Ψυχρού Πολέμου, η κατεδάφισή του ήταν η σημαντικότερη ίσως πράξη, που έκρινε τη λήξη του και έθεσε τέρμα σε μία οδυνηρή και παρατεταμένη διαίρεση του γερμανικού λαού.
Τριάντα δύο μετά, στην πρωτεύουσα της ενωμένης Γερμανίας δεν έχει απομείνει παρά ένα μικρό τμήμα του Τείχους, ως αναμνηστικό. Παρά τις κοινωνικές ανισότητες, την άγνοια των νεότερων και τις κατακαιρούς αντιδράσεις για διακρίσεις, είναι βέβαιο είναι ότι η σημερινή ανατολική Γερμανία σε τίποτε δεν μοιάζει με εκείνη του 1989, όταν ο κόσμος γκρέμισε το Τείχος.
Όπως έγραφε η «Κ» την επομένη της ιστορικής ημέρας: «Είκοσι οκτώ χρόνια μετά την κατασκευή του, και με έξαλλους πανηγυρισμούς των κατοίκων του Βερολίνου, πέφτει το τείχος-σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου. Έχει προηγηθεί η απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της Ανατολικής Γερμανίας, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η ελεύθερη μετάβαση των Ανατολικογερμανών στις χώρες της δυτικής Ευρώπης χωρίς ειδική άδεια των αρχών.
Η αντίστροφη μέτρηση για την κατεδάφιση του Τείχους του Βερολίνου, του πιο μισητού και πιο απάνθρωπου σημείου διαχωρισμού ανάμεσα στη μια Γερμανία και την άλλη, ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, άρχισε αργά χθες το βράδυ. Υποκύπτοντας στη “φωνή του λαού”, πριν αυτή γίνει “οργή Θεού”, που θα στρεφόταν εναντίον του, ο νέος ηγέτης του Βερολίνου Έγκον Κρεντς άνοιξε τα σύνορα της χώρας του –που, έτσι κι αλλιώς ήταν “διάτρητα”, μετά τη φυγή χιλιάδων Ανατολικογερμανών στη Δύση…– σε όσους θέλουν ακόμη να φύγουν, για λίγο ή για πολύ».