Χρειάζεται 1 εκατ. δολάρια για να αγοράσει κανείς 17 τετραγωνικά μέτρα ενός πολυτελούς ακινήτου στο Μονακό, δηλαδή την ακριβότερη αγορά του λεγόμενου prime real estate. Ακολουθεί το Χονγκ Κονγκ, όπου με 1 εκατ. δολάρια παίρνει κανείς 21 τ.μ. σπιτιού. Σύμφωνα με την έκθεση Wealth Report του διεθνούς κτηματομεσιτικού γραφείου Knight Frank, η Νέα Υόρκη βρίσκεται στην τρίτη θέση, καθώς έχει γίνει πλέον ακριβότερη από το Λονδίνο. Συγκεκριμένα, 1 εκατ. δολάρια αγοράζουν 33 τετραγωνικά μέτρα μιας πολυτελούς κατοικίας στην αμερικανική μητρόπολη, ενώ αντίστοιχα, στο Λονδίνο, 1 εκατ. δολάρια αγοράζουν 34 τετραγωνικά μέτρα.
«Το ισχυρό δολάριο επηρέασε και ενίσχυσε τη θέση της Νέας Υόρκης, αλλά οι τιμές των ακριβών κατοικιών στη Νέα Υόρκη έχουν αυξηθεί κατά 2,7% τον τελευταίο χρόνο και στο Λονδίνο κατά 1,5%, επομένως βλέπουμε ελαφρώς πιο αργή αύξηση στο Λονδίνο», σημειώνει η Kate Everett-Allen, της Knight Frank. Τα ακίνητα και στις δύο αυτές αγορές είναι ελκυστικά στους πολύ εύπορους αγοραστές, οι οποίοι τα βλέπουν σαν αντιστάθμιση του πληθωριστικού κινδύνου. «Οι διακυμάνσεις σε άλλες αγορές, όπως είναι τα χρηματιστήρια και τα κρυπτονομίσματα, υπογραμμίζουν την ελκυστικότητα των ακριβών ακινήτων, ειδικά σε ασφαλείς τοποθεσίες όπως είναι το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη», προσθέτει η ειδικός.
Σημειώνεται ότι τα φθηνότερα prime ακίνητα στον κόσμο βρίσκονται στο Σάο Πάολο, όπου 1 εκατ. δολάρια αγοράζουν 231 τ.μ., αλλά και στο Κέιπ Τάουν, όπου το ίδιο ποσό εξασφαλίζει 218 τ.μ.
Πάντως, στις πωλήσεις πολύ ακριβών κατοικιών, από 10 εκατ. δολαρίων και πάνω, τα ηνία έχουν η Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες και το Λονδίνο. Αυτή η αγορά, των λεγόμενων super prime ακινήτων, είχε κλείσει το 2021 με 2.076 αγοραπωλησίες, περισσότερες από κάθε άλλη χρονιά. Το 2022, οι πωλήσεις σε αυτό το κομμάτι της αγοράς μειώθηκαν μόλις στις 1.392 για τις 10 πόλεις που παρακολουθεί η έκθεση της Knight Frank. Όμως και πάλι, ήταν κατά 49% υψηλότερες σε σχέση με το 2019.
«Οι επενδυτές θέλουν να αυξήσουν την έκθεσή τους στο δολάριο και θέλουν να έχουν έκθεση στις ΗΠΑ, ειδικά με τις οικονομικές δυσκολίες που βλέπουμε», εξηγεί η Everett-Allen.
moneyreview.gr