Ύστερα από δύο και πλέον χρόνια συνύπαρξης με τον COVID-19, κατά τη διάρκεια των οποίων έχουν καταγραφεί πάνω από 6,2 εκατ. επιβεβαιωμένοι θάνατοι (σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΠΟΥ είναι πολλοί περισσότεροι) και πάνω από 510 εκατ. επιβεβαιωμένα κρούσματα, ο πλανήτης βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο.
Το κύμα της Όμικρον, πως ως παραλλαγή είναι μεν πιο μεταδοτική αλλά έχει ηπιότερα συμπτώματα σε σχέση με τις προηγούμενες, ειδικά για άτομα που είναι πλήρως εμβολιασμένα και χωρίς συννοσηρότητες, υποχωρεί σε πολλές χώρες. Οι περιορισμοί χαλαρώνουν και οι άνθρωποι επιστρέφουν σιγά σιγά σε προ-πανδημίας δραστηριότητες: συγκεντρώσεις, εργασία στο γραφείο, πολιτιστικές εκδηλώσεις κ.ά. Σε πολλές χώρες η χρήση μάσκας δεν είναι πλέον υποχρεωτική. Το testing και η επιτήρηση έχουν μειωθεί και τα ταξίδια έχουν ξαναρχίσει. Ο κόσμος είναι λογικό να έχει κουραστεί και να θέλει να ξεχάσει την πανδημία.
Αυτό, ωστόσο, θα ήταν σοβαρό λάθος.
Πρώτον, η κατάσταση της πανδημίας δεν είναι η ίδια σε όλο τον κόσμο. Στην Κίνα, για παράδειγμα, συνεχίζεται η εφαρμογή της zero-covid στρατηγικής, η οποία προβλέπει μαζικά τεστ COVID, καραντίνα για όσους είναι θετικοί και αποκλεισμό περιοχών ή ακόμα και ολόκληρων πόλεων (πρόσφατο παράδειγμα η Σαγκάη). Οι κινεζικές Αρχές εφαρμόζουν σκληρά μέτρα. Στόχος είναι, σύμφωνα με Κινέζους αξιωματούχους, η αποφυγή της εξάπλωσης του κορωνοϊού, η προστασία του συστήματος υγείας και η αποφυγή θανάτων. Το πρόβλημα είναι ότι οι ηλικιωμένοι και οι ευάλωτοι άνθρωποι συχνά δεν λαμβάνουν όλες τις δόσεις των εμβολίων, με συνέπεια να μειώνεται η αποτελεσματικότητά τους. Για την Κίνα, βασική προτεραιότητα πρέπει να είναι η επιτάχυνση των εμβολιασμών. Η τρέχουσα στρατηγική δεν μπορεί να αποτελεί μακροπρόθεσμη λύση.
Δεύτερον, η στρατηγική εμβολιασμού σε παγκόσμιο επίπεδο δεν είναι σε καλό δρόμο. Παραμένουν οι ανισότητες αναφορικά με τη διάθεση των εμβολίων. Ο στόχος του ΠΟΥ για πλήρη εμβολιασμό του τουλάχιστον 70% του πληθυσμού κάθε χώρας έως τον Ιούνιο δείχνει απρόσιτος. Αν και το 59,7% των ανθρώπων παγκοσμίως έχουν λάβει δύο δόσεις, σε περισσότερες από 40 χώρες λιγότερο από το 20% του πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο. Ακόμη και σε χώρες υψηλού εισοδήματος, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού συνεχίζει να αρνείται τον εμβολιασμό. Η εμφάνιση μιας νέας παραλλαγής με συνεχείς υψηλούς ρυθμούς μετάδοσης είναι σχεδόν αναπόφευκτη. Οι υποπαραλλαγές BA.4 και BA.5 της Όμικρον που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη Νότια Αφρική παρακολουθούνται στενά. Απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τρίτον, πέρα από τα εμβόλια, δύσκολη είναι η πρόσβαση και σε μία από τις λίγες αποτελεσματικές θεραπείες για το COVID-19, το Paxlovid. Όταν λαμβάνεται έγκαιρα, το χάπι Paxlovid μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου κατά 89%. Παρόλο που οι χώρες υψηλού εισοδήματος παραγγέλνουν εκατομμύρια δόσεις από τον κατασκευαστή του, την Pfizer, οι μηχανισμοί για τη διάθεση του χαπιού σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος είναι αργοί. Έχει επιτευχθεί συμφωνία με 35 κατασκευαστές γενόσημων σε 12 χώρες, αλλά δεν αναμένεται να παραδοθεί το φάρμακο πριν από το 2023.
Επίσης, πρέπει να διδαχθούμε από τα λάθη και να δημιουργήσουμε ισχυρά και ανθεκτικά συστήματα υγείας, καθώς και εθνικές και διεθνείς στρατηγικές με διαρκή χρηματοδότηση. Πρέπει να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των συστημάτων υγείας, όχι μόνο για να είναι έτοιμα για μελλοντικές πανδημίες, αλλά άμεσα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις στη θεραπεία, τη διάγνωση και τη φροντίδα ασθενειών, πέραν του κορωνοϊού. Απαιτούνται επειγόντως εκστρατείες εμβολιασμού για ασθένειες όπως η ιλαρά. Τα σχέδια ετοιμότητας, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, πρέπει να δίνουν μεγάλη έμφαση στην έγκαιρη ανταλλαγή δεδομένων. Τέλος, σε εθνικό επίπεδο απαιτούνται ανεξάρτητες έρευνες σχετικά με τη διαχείριση της πανδημίας και τα λάθη που μπορεί να έγιναν.
Πηγή: The Lancet