Σοκ προκαλούν τα αποτελέσματα έρευνας του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) για την ψυχική υγεία των εφήβων τα χρόνια της πανδημίας. Οι ανήλικοι που παρέμειναν στην οικογενειακή εστία εξαιτίας των μέτρων κατά της COVID-19 δεν ήταν ασφαλείς. Η έρευνα εκπονήθηκε σε 7.075 γυμνασιόπαιδες σε όλη την αμερικανική επικράτεια, το πρώτο εξάμηνο του 2021. Το 44,2% των παιδιών ανέφερε επίμονα αισθήματα στεναχώριας και απελπισίας που δεν τους επέτρεπαν να συμμετάσχουν στις καθημερινές δραστηριότητες, ενώ το 9% παραδέχθηκε ότι είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει. Επίσης, το 55,1% των εφήβων υπέστη ψυχολογική κακοποίηση από κάποιον γονέα ή άλλον ενήλικο στο σπίτι, ενώ το 11,3% δήλωσε ότι υπέστη σωματική κακοποίηση. Στην έρευνα, ως ψυχολογική κακοποίηση ορίστηκε η εξύβριση και τα υποτιμητικά σχόλια, ενώ ως φυσική ο ξυλοδαρμός, τα χαστούκια, οι κλωτσιές και η πρόκληση σωματικού πόνου. Ομως η κακοποίηση ήταν μόνο ένα από τα αίτια που προκάλεσαν στρες στα παιδιά. Το 29% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι τουλάχιστον ένας γονιός έχασε την εργασία του, ενώ το 24% δήλωσε ότι είχε πεινάσει.
Η Καθλίν Εθιερ, επικεφαλής σχολικής και εφηβικής υγείας στο CDC, τόνισε ότι οι διαπιστώσεις της έρευνας είναι «εξαιρετικά ανησυχητικές». «Τα δεδομένα αποδεικνύουν, πέραν κάθε αμφιβολίας, ότι βιώνουμε μια σημαντική κρίση ψυχικής υγείας των νέων ανθρώπων, και κυρίως των κοριτσιών, αλλά και μαθητών που αυτοπροσδιορίζονται ως ΛΟΑΤΚΙ». Σε αυτή ακριβώς την κατηγορία καταγράφεται η μεγαλύτερη τάση αυτοχειρίας.
Η δρ Μόιρα Σζιλάγκι, πρόεδρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής, λέει ότι «η κρίση ψυχικής υγείας των εφήβων κατά τη διάρκεια της πανδημίας αποδεικνύει ότι οι έφηβοι ωφελούνται από το δίκτυο ενηλίκων που είναι παρόντες στο σχολικό περιβάλλον» και εξηγεί ότι «στο σχολείο υπάρχει πληθώρα ενηλίκων, από τους καθηγητές, τους προπονητές μέχρι τις διοικητικές υπηρεσίες, που νοιάζονται για τα παιδιά και που μπορούν να δώσουν βοήθεια και υποστήριξη στους εφήβους. Αυτοί, επίσης, μπορούν εύκολα να αναγνωρίσουν ότι κάτι δεν πάει καλά με κάποιο παιδί». Μια άλλη έρευνα, που εκπονήθηκε από το Ιατρικό Κέντρο της Βοστώνης σε παιδιά ηλικίας 5 έως 11 ετών, κατέγραψε σημαντική αύξηση, και σε αυτές τις ηλικίες, συναισθημάτων θλίψης και άγχους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πιο έντονα αρνητικά συναισθήματα καταγράφηκαν στα μικρά παιδιά που έκαναν πολύωρη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, όπως και σε εκείνα των οποίων ο φροντιστής έπασχε από κατάθλιψη. Οπως τονίζει η δρ Αντρεα Σπένσερ, παιδοψυχίατρος στο Ιατρικό Κέντρο της Βοστώνης και συντάκτρια της μελέτης, τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι το σχολείο είναι ευεργετικό για την ψυχική υγεία των παιδιών κάθε ηλικίας.