Χτύπημα ξύλου για καλό και για κακό, αποφυγή μαύρης γάτας και ξεμάτιασμα ως γιατρικό για τον πονοκέφαλο. Αν και οι περισσότεροι ενήλικοι στις σύγχρονες κοινωνίες θα απαντούσαν άμεσα ότι δεν πιστεύουν στη μαγεία, τα στοιχεία δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Οπως αναδεικνύει επιστημονική έρευνα, πάνω από το 40% των ανθρώπων, τουλάχιστον 4 στους 10, πιστεύει ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν μαγικά ή να καταραστούν κάποιον και να του προκαλέσουν κακό.
Το παράλογο, οι υποχθόνιες δυνάμεις που μπορούν να φέρουν το κακό και οι κατάρες που οδηγούν σε δυστυχία επιβιώνουν ακόμα, ταυτόχρονα με τους θριάμβους που σημειώνει η επιστήμη. Στην έρευνα που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «PLoS One» και έγινε από το τμήμα οικονομικών του αμερικανικού Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον συμμετείχαν μέσω συνεντεύξεων περισσότεροι από 140.000 άνθρωποι από 95 χώρες. Μάλιστα, στην Ελλάδα αυτό το ποσοστό φαίνεται ελαφρώς πιο αυξημένο, αντίστοιχο σχεδόν με αυτό της Τουρκίας. Τα ποσοστά είναι χαμηλότερα σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και ειδικά της Κεντρικής και της Βόρειας. Για παράδειγμα, μόνο το 9% των Σουηδών πιστεύει στη μαγεία. Εκτοξεύονται, όμως, σε κάποιες χώρες της Αφρικής, με το 90% των κατοίκων της Τυνησίας να δηλώνει ότι πιστεύει στη μαγεία.
Περισσότερο επιρρεπείς στη δύναμη της μαγείας είναι σαφώς οι άνθρωποι που έχουν χαμηλότερο μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο, αλλά και εκείνοι που είναι περισσότερο θρησκευόμενοι και ανήκουν σε πολυπληθείς οικογένειες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ερευνητές δεν πήραν δείγματα συνεντεύξεων από την Κίνα ή την Ινδία, οπότε η πλειονότητα των ερωτηθέντων είναι κυρίως μουσουλμάνοι και χριστιανοί.
Πάντως οι διαφορές μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων δεν είναι μεγάλες. Ανθρωποι που έχουν πολύ καλή οικονομική κατάσταση έχουν μόνο 7% μικρότερη πιθανότητα να πιστεύουν στη μαγεία σε σχέση με τους ανθρώπους που είναι πολύ φτωχοί και θα ήταν αναμενόμενο να αναθεματίζουν την κακή τύχη τους.
Η επιστήμη φθάνει στα πέρατα του σύμπαντος, ωστόσο δεν μπορεί να νικήσει την ανθρώπινη δεισιδαιμονία.
Αίσθημα ασφάλειας
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι διαφορές από χώρα σε χώρα που καταγράφονται, και είναι μεγάλες, έχουν σχέση με την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα, τους θεσμούς και τη δυνατότητα της πολιτείας να τους προσφέρει στήριξη. Με λίγα λόγια σχετίζονται με το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών. «Οσο πιο αδύναμοι είναι οι σύγχρονοι θεσμοί σε μια χώρα, όσο πιο χαμηλά τα επίπεδα κοινωνικής εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών, όσο πιο χαμηλό το επίπεδο καινοτομίας και όσο πιο κομφορμιστική είναι μια κουλτούρα, τόσο αυξάνεται η τάση για πίστη στη μαγεία».
Την ίδια στιγμή που ένα τηλεσκόπιο φωτογραφίζει την αρχή του σύμπαντος, ένας κατά τα άλλα λογικός ενήλικος βγάζει το παιδί του βόλτα φορώντας του χάντρα για το κακό μάτι και μια γυναίκα φτύνει τον κόρφο της για να σπρώξει την κακή μοίρα μακριά από τη δική της ζωή. Τι είναι αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους, ακόμα και σήμερα που ζούμε τον θρίαμβο της επιστήμης και της τεχνολογίας, να πιστεύουν ότι η ζωή τους επηρεάζεται από χθόνιες δυνάμεις, κατάρες εχθρών και κακή ενέργεια;
Μοιρολατρία
Η απάντηση ίσως βρίσκεται ακριβώς στα ίδια τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την επεξεργασία των δεδομένων από τους ερευνητές. «Στις χώρες όπου εντοπίζεται μεγαλύτερη πίστη στη μαγεία παρατηρείται ότι υπάρχει χαμηλότερο επίπεδο ικανοποίησης από τη ζωή και μειωμένη αίσθηση ελέγχου του μέλλοντος, παράλληλα με υψηλότερο βαθμό μοιρολατρίας», σημειώνεται. Η αβεβαιότητα, ο διαρκής φόβος, η ανασφάλεια οδηγούν μαθηματικά στην αναζήτηση μιας δύναμης που θα λειτουργήσει ως εχθρός, είτε ως αποκούμπι. Οσο παράλογη κι αν είναι μια τέτοια πεποίθηση, είναι τουλάχιστον παρηγορητική.
«Σε περιόδους κρίσης χρειαζόμαστε βεβαιότητες. Ο ορθός λόγος δεν μπορεί να δώσει ακλόνητες απαντήσεις και έτσι αναδύεται ο ανορθολογισμός αλλά και ο φανατισμός», λέει ο κ. Στέφανος Τραχανάς, διδάκτωρ Κβαντικής Φυσικής και Διαφορικών Εξισώσεων στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης και ιδρυτής του Mathesis – ενός αυτόνομου και αυτοχρηματοδοτούμενου τμήματος των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.
Η ανορθολογική σκέψη οδηγεί σε μαντζούνια
«Υπάρχει ένα τμήμα στην ανθρώπινη συνείδηση που συνδέεται με την άγρια σκέψη και όχι τον ορθολογισμό», σημειώνει ο Νίκος Καραπιδάκης ιστορικός (ειδίκευση Ιστορία της Μεσαιωνικής Δύσης). Είναι αυτό το «τμήμα που χρησιμοποιούν πολλές φορές οι άνθρωποι ακόμη και σήμερα για να καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα με τα στοιχεία της φύσης ή τις ασθένειες, πολλές φορές μάλιστα με αποτελεσματικότητα, καθώς συνδυάζουν γνώσεις αποκτημένες με την εμπειρία», τονίζει ο καθηγητής. «Η χριστιανική θρησκεία ήταν αυτή που πολέμησε τις δεισιδαιμονίες και τη μαγεία», υπογραμμίζει, «αλλά μετά αγκάλιασε το “θαύμα”».
Η ανθρώπινη πλευρά της «άγριας σκέψης, όπου το συναίσθημα είναι κυρίαρχο, αγαπάει τις μάγισσες, τη μαγεία και αντιτίθεται σε ό,τι ορθολογικό, συμπεριλαμβανομένης και της επιστήμης». Παράδειγμα πρόσφατο και κραυγαλέο η καχυποψία απέναντι στα εμβόλια του κορωνοϊού. Η μετά τον κορωνοϊό εποχή έφερε μεγάλη έκρηξη ανορθολογισμού, τονίζει ο κ. Καραπιδάκης. Για πρώτη φορά έπειτα από πολύ καιρό οι άνθρωποι βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν άγνωστο και πιθανότατα θανάσιμο κίνδυνο. Ο ιστορικός δεν παραβλέπει και το γεγονός ότι και η ίδια η επιστήμη χειραγωγείται και αυτό δημιουργεί καχυποψία ακόμη και σε ανθρώπους που έχουν γνώσεις.
Ο Στέφανος Τραχανάς από την πλευρά του πιστεύει ότι μέρος της ευθύνης φέρουν και οι ίδιοι οι επιστήμονες. «Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να ταυτίζουν την επιστημονική γνώση με την παραγωγή καταναλωτικών αγαθών για να ικανοποιηθεί το πλέον άπληστο είδος στον πλανήτη. Ομως, το πνεύμα της επιστήμης είναι η αναζήτηση, η αμφιβολία. Δεν υπάρχουν ιερές αλήθειες και βεβαιότητες, η επιστήμη φέρνει ανατροπές, επαναστάσεις».
Ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί εύκολα να τα βγάλει πέρα με την αβεβαιότητα και έτσι καταφεύγει στη μαγεία και τη βεβαιότητα του άσπρου – μαύρου, όσο ανορθολογική και να είναι αυτή η αντιμετώπιση. Τι μπορούμε να κάνουμε; «Να μην κουνάμε το δάχτυλο», λέει ο κ. Τραχανάς. «Να μην τους κατηγορούμε, αλλά να τους καλούμε να φέρουν αποδείξεις για όσα λένε. Να ενσπείρουμε την αμφιβολία σε όσους έχουν παγιδευτεί σε ένα περιβάλλον που εκπέμπει μονοσήμαντα μηνύματα».