Xωρίς συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους έληξε η χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup, καθώς δεν μπόρεσαν να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στη γερμανική πλευρά και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έπειτα από οκτώ ώρες διαπραγματεύσεων και με τη συζήτηση να μεταφέρεται στο επόμενο Eurogroup στις 15 Ιουνίου.
Παρόλο που δεν επιτεύχθηκε συμφωνία ανάμεσα στους Ευρωπαίους και στο ΔΝΤ, τέθηκαν οι βάσεις για να γίνει κάτι τέτοιο στην επόμενη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών. «Ημασταν πολύ κοντά σε συμφωνία αλλά σήμερα δεν κατέστη εφικτό» είπε ο κ. Ντάισελμπλουμ και πρόσθεσε πως οι πρέπει οι συμβαλλόμενοι να κοιτάξουν «διαφορετικές επιλογές και να προσαρμόσουν τις προσδοκίες τους», ενώ δήλωσε σίγουρος ότι θα υπάρξει μία οριστική συμφωνία στο επόμενο Eurogroup στις 15 Ιουνίου. «Είμαι πεπεισμένος ότι αν όλες οι πλευρές έχουν τη διάθεση να συμβιβαστούν, τότε δεν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να έρθουμε σε συμβιβασμό μέσα σε τρεις εβδομάδες» είπε και ο κ. Τσακαλώτος με τη λήξη της συνεδρίασης.
Ευρωπαίος αξιωματούχος εξηγούσε στην «Κ» ότι η συμφωνία τελικά δεν επιτεύχθηκε γιατί η ελληνική πλευρά δεν τη δέχτηκε, προκρίνοντας ότι η πρόταση ήταν ιδιαίτερα γενική, για τον ρόλο του ΔΝΤ, για το πότε θα εκταμίευε τη δική του δόση και αυτό θα δημιουργούσε περισσότερη ασάφεια στην ελληνική οικονομία.
«Το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% για πέντε χρόνια (μέχρι το 2022) έχει πλέον συμφωνηθεί από όλες τις πλευρές» δήλωσε και ο κ. Ντάισελμπλουμ στη συνέντευξη Τύπου και δεν θέλησε να μπει σε λεπτομέρειες για το ποια θα είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα πρέπει να πετύχει η χώρα μετά, αναφέροντας απλώς ότι θα πρέπει να κινούνται στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Συγχρόνως ανέφερε ότι αυτό που συζητήθηκε είναι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση του χρέους να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και το 20% στο μέλλον.
Σύμφωνα με τα προσχέδια της συμφωνίας που έχει στη διάθεσή της η «Κ», η δεύτερη πρόταση η οποία και συζητήθηκε περιέχει τουλάχιστον 2,2% πρωτογενές πλεόνασμα από το 2023 και μέχρι το 2060. Συγχρόνως το ίδιο προσχέδιο συμφωνίας περιλάμβανε την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης ANFA’s και SNP’s στον προϋπολογισμό του 2017, επέκταση των ωριμάνσεων των δανείων του EFSF ύψους 130 δισ. για μέχρι και 15 χρόνια και κατάργηση του επιπλέον επιτοκίου που πληρώνει η Ελλάδα για το δάνειο που πήρε προκειμένου να κάνει επαναγορά χρέους.
Οι διαπραγματεύσεις εξελίχθηκαν βασικά μεταξύ των πρωταγωνιστών, των υπουργών Οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε, της Γαλλίας Μ. Λε Μερ, του επικεφαλής του Eurogroup κ. Ντάισελμπλουμ και του επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ κ. Τόμσεν, οι οποίοι για περισσότερο από τρεις ώρες έφυγαν από τη συνεδρίαση του Eurogroup και συζητούσαν σε ξεχωριστό χώρο.
Συγχρόνως, ο κ. Μοσκοβισί τόνισε «ότι η Ελλάδα έκανε αυτό που της ζητήθηκε για να επιτευχθεί συμφωνία», καθώς όπως είπε και ο επικεφαλής του Eurogroup, «έγινε τεράστια πρόοδος στο πακέτο πολιτικών και θα συνεχιστεί η δουλειά έτσι ώστε να υπάρχει εκταμίευση μέσα στο καλοκαίρι».
Αυτό που απέφυγε να απαντήσει ξεκάθαρα ο κ. Ντάισελμπλουμ είναι κατά πόσον θα μπορούσε να υπάρξει εκταμίευση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης χωρίς το ΔΝΤ να έχει δεχθεί να εκταμιεύσει δόση προς την Ελλάδα, αλλά δίνοντας μια υπόσχεση ότι θα το κάνει το 2018 όταν το χρέος γίνει βιώσιμο. «Η πρόθεσή μας είναι να συμμετάσχει με χρηματοδότηση το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς είναι σημαντικό για μία σειρά από κράτη-μέλη». Πάντως, η δυστοκία στη λήψη απόφασης για το χρέος καθυστερεί την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και επηρεάζει αρνητικά την οικονομία της χώρας.
kathimerini.gr