Ὁ πανοικτίρμων καὶ παντοδύναμος Θεός, ὁ ὑπανοίγων τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο, κάθε χρόνο χαρίζει στὸν καθένα μας περιβόλες μὲ πολλὴ ἁπλοχεριά. Ὁ πρῶτος κῆπος εἶναι δύσκολος, πλούσιος σὲ δένδρα καὶ φυλλωσιές, δύσβατος, στερεῖται καὶ τοῦ νεροῦ ἀκόμη, ἔχει πορεῖες μὲ καύσωνες, δὲν θὰ βρῆς παγκάκι νὰ ἀναπαυθῆς. Ἡ πορεία γίνεται μέσα σὲ συνεχῆ διαδρομή. Ἄγγελοι ἀκατάπαυστα σὲ παρακινοῦνε σὲ ἱδρῶτες καὶ καμάτους. Τὰ πηγαδάκια ἀπαγορεύονται· εἶναι χάσιμο χρόνου καὶ ἐπιστροφή. Αὐτὸς ὁ κῆπος λέγεται Μεγάλη Σαρακοστή.
Ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα, ἡ σάλπιγγα ἠχεῖ καὶ λέγει «ἠνέωκται τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν». Ὅλοι σὲ θέλουν σὲ ταχεῖα πορεία. Τρέχεις νὰ φθάσης ἕνα ὀπωρικὸ καὶ ὅλοι σοῦ λένε: «ὑπομονή· ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ θὰ ἀπολαύσης τοὺς κόπους σου». Ἔχει καθαρὰ ἐσχατολογικὸ χαρακτῆρα. «Ζῆσε Μάη –ὅπως λέει ὁ λαός– νὰ φᾶς τριφύλλι.» Ὁ κῆπος αὐτὸς ἔχει μόνον σταυρούς, ἱδρῶτες καὶ καμάτους. Βασιλεύει παντοῦ ἡ βία. Ἡ μόνη παρηγοριὰ εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Ὁ ἕνας στὸν ἄλλο λέγει:
– Προχώρα. Οἱ Γεροντάδες εἶναι ἀμείλικτοι. Δὲν δέχονται γέλια καὶ κουβέντες.
Ὅσο ὅμως σκληρὸς εἶναι ὁ ἀγώνας, τόσο τὰ γέρα εἶναι ἀληθινά. Γλυκὺς ὁ παράδεισος αὐτός, μεστὸς τρυφῆς ἀδάπανης. Οἱ γεύσεις τῶν φαγητῶν εἶναι πικρὰ χόρτα. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ θέλει τὸν καθαρισμὸ τῆς ψυχῆς του προχωρεῖ χωρὶς νὰ ὑπολογίζη κόπους καὶ στερήσεις.
Κάθε φορὰ ποὺ συναντοῦσα Γέροντα, τὸν ρωτοῦσα:
– Ἔχει πολὺ δρόμο ἀκόμη;
– Ἔχει, ἀλλὰ μὴ φοβᾶσαι. Κοίτα τὸ τέλος τοῦ δρόμου. Μὴ μετρᾶς αὐτὸ ποὺ πέρασες. Λογάριαζε αὐτὸ ποὺ ἔχεις νὰ περάσης. Λογαριασμὸ στὸν λογαριασμό, φθάνης στὸ τέρμα καὶ καταλαμβάνεσαι ἀπὸ στενοχωρία γιατὶ δὲν ἐπιτάχυνες τὸ βῆμα. Καὶ ὅταν φθάνης στὸ τέλος τοῦ δρόμου, ἐνοπτρίζεσαι τὰ ἀγαθὰ «ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Βλέπεις τὸν ψηλὸ Σταυρὸ καὶ τὰ πάντα γιὰ σένα γίνονται ἕνα τίποτα.
Τὸ βιβλίο τῆς περιβόλας αὐτῆς εἶναι τὸ πιὸ κατάφυτο. Στὰ ὑμνολογικά του κείμενα οἱ πατέρες μέσα ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς ψυχῆς τους ἀφῆκαν τὴν ἐξομολόγηση στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Τίποτα δὲν εἶναι πεζό· ὅλα εἶναι μεγαλειώδη, ὅλα εἶναι ἀληθινά. Τὸ Τριῴδιο εἶναι τὸ ἀρχαιότερο ἐκκλησιαστικὸ βιβλίο τῆς λατρείας μας. Χαρά στονε ποὺ τὸ μελετᾶ, τὸ ἀπολαμβάνει, τὸ ἔχει ἐντρύφημα στὴν ζωή του.
Τὸ ἄλλο περιβόλι εἶναι τὸ Πεντηκοστάριο. Χαρὰ μηνύει σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Γίνεται πιὰ ἁπτὴ ἡ ἀνάσταση. Ὅλα γελοῦνε· ἡ φύση, τὰ πουλιά· ὅλα σοῦ τραγουδοῦνε. Ὅλοι βαστᾶνε τὸ βραβεῖο τῆς νίκης. Ὅλοι παιανίζουν «Χριστὸς ἀνέστη». Μοσχοβολιὰ ἀπὸ παντοῦ σοῦ τρυπᾶ τὰ ρουθούνια τῆς μύτης. Σὲ τέτοιο σημεῖο παροξυσμοῦ χαρᾶς φθάνει ἡ Ἐκκλησία, ποὺ λέγει «μηδεὶς θρηνείτω πταίσματα». Βλέπω τὴν χαρὰ τῶν ἀνθρώπων στὸ πρόσωπό τους καὶ ξεχνῶ κάθε κάματο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Θὲς συνεχῶς νὰ λειτουργῆς, συνεχῶς νὰ κροτῆς παιάνα καὶ νὰ ψάλλης μαζὶ μὲ ὅλη τὴν φύση ὕμνους δοξολογικοὺς στὸν Θεό. Ὁμολογεῖς μὲ τὴν ψυχή σου: «κόρον οὐ λαμβάνω τοῦ μεγαλύνειν σε».
Ὅλα αὐτὰ τὰ περιβόλια ἔχουν κατάληξη τὴν γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Ἐκεῖ τελειώνουν τὰ περιβόλια καὶ γεμᾶτοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἰσερχόμαστε στὴν πάλη τῆς ζωῆς. Πλήρεις ἀγαθῶν ἁγιοπνευματικῶν εἰσερχόμαστε πάλι στὸν ἀγῶνα, λησμονοῦντες τοὺς καμάτους τοῦ προτέρου βίου. Καὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ γιορτάζουμε σήμερα δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπαραίτητα βέβαια τὰ περιβόλια. Χωρὶς αὐτά, δὲν θὰ εἴχαμε καρπούς.
Στὴν περίοδο ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ μέχρι τὴν Μεγάλη Σαρακοστή, ἂν ἐξαιρέσουμε κάποιες γιορτές, εἶναι πεζὰ τὰ πράγματα, ἀλλὰ κατάφορτοι ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος διερχόμαστε καὶ αὐτὴν τὴν περίοδο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Μὲ τὴν ἁγία ὑπομονὴ ἀναμένουμε τὶς ἡμέρες τῶν ἐνθουσιασμῶν, τῶν φαιδρῶν σπαραγμῶν τῆς καρδιᾶς μας. Ἔτσι, γιὰ τὸν χριστιανὸ δὲν ὑπάρχουν ἡμέρες ποὺ νὰ μὴ φαιδρύνεται καὶ νὰ μὴν ἑορτάζη ἡ ψυχή του. Γιὰ μένα οἱ μέρες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους κυλᾶνε χωρὶς νὰ ὑπάρχη οὔτε στιγμὴ ποὺ νὰ μὴ φαίνεται ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως. Ἔτσι, μποροῦμε νὰ λέμε «ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ῥῆμα καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν». Δὲν ὑπάρχει μέρα οὔτε νύχτα κοντὰ στὸν Χριστό, ποὺ νὰ μὴν ἔχη τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Νά οἱ κῆποι οἱ κατάφορτοι. Νά τὰ δῶρα τῆς αἰώνιας ἐπαγγελίας.
Μὴν ὀκνήσουμε, ἀδελφοί μου. Τώρα ποὺ ξεπεριβολίσαμε, μὴ δειλανδρίσουμε. Καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τὸ αὐτὸ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης