Site icon TrikalaVoice

Ο ποταμός.. δίπλα μας, που στην άμμο του κρύβει χρυσό!!!

Ο Γαλλικός ποταμός ή Εχέδωρος είναι ποταμός της Κεντρικής Μακεδονίας. Πηγάζει από τα Κρούσσια Όρη στο νομό Κιλκίς και εκβάλλει στο Θερμαϊκό Κόλπο, λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη. Το μήκος του είναι 70 χλμ και ο μεγαλύτερος παραπόταμός του είναι ο Σπανός. Ο Γαλλικός ποταμός είναι ευρύτερα γνωστός από την αρχαιότητα γιατί στην άμμο της κοίτης του υπήρχαν εκμεταλλεύσιμες ποσότητες χρυσού. Το μεσαίωνα ονομαζόταν και Γομαροπνίχτης, λόγω των ξαφνικών πλημμυρών του.

 

 

Οι εκβολές του ποταμού ανακηρύχθηκαν, μαζί με τη λιμνοθάλασσα του Καλοχωρίου Θεσσαλονίκης, προστατευόμενη περιοχή και αποτελούν τμήμα του Εθνικού Πάρκου Αξιού – Λουδία – Αλιάκμονα.

Η ονομασία του ποταμού

Ο γνωστός στις μέρες μας ως Γαλλικός ποταμός, κατά την αρχαιότητα –σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και άλλους αρχαίους συγγραφείς– ονομαζόταν Εχέδωρος, που σημαίνει ο ‘έχων δώρα’ ποταμός. Ονομασία, που οφείλεται στις μεγάλες ποσότητες ψηγμάτων χρυσού στα ιζήματα της κοίτης του.

Ο Ηρόδοτος, στην προσπάθειά του να τονίσει τον μεγάλο αριθμό των στρατευμάτων του Ξέρξη, αναφέρει ότι ο Εχέδωρος, ο Χείδωρος όπως τον ονομάζει, ήταν ο μόνος ποταμός που δεν μπόρεσε να καλύψει τις ανάγκες του στρατού για πόσιμο νερό και στέρεψε από την υπερβολική άντληση του ύδατος (Ηρόδοτος, Ιστορίαι, VII.127.2). Η ονομασία Γαλλικός είναι πιθανό να προέρχεται από τη λέξη «καλλικῶα», δηλαδή τα καλής ποιότητας δέρματα των αμνών, τα οποία, πιθανόν, να παρέπεμπαν στην αρχαία μέθοδο συλλογής του χρυσού από τον ποταμό με τη χρήση δερμάτων.

Ο προσχωματικός χρυσός

Ο Βασίλης Μέλφος, Καθηγητής του Τομέα Ορυκτολογίας-Πετρολογίας-Κοιτασματολογίας
του Τμήματος Γεωλογίας ΑΠΘ σε άθρο του στην ιστοσελίδα Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος, αναφέρει σχετικά με τα ψήγματα χρυσού στον Γαλλικό ποταμό:

«Ο Γαλλικός ποταμός αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη περιοχή προσχωματικού χρυσού της Ελλάδας. Πηγάζει από τις δυτικές υπώρειες του όρους Κρούσια, διασχίζει τις ημιορεινές εκτάσεις του Νομού Κιλκίς και αφού περάσει τα στενά Νάρες κοντά στο χωριό Νέα Φιλαδέλφεια, εισέρχεται στην πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, και μετά από συνολικά 70 χιλιόμετρα, εκβάλλει στον Θερμαϊκό κόλπο . Ήταν γνωστός από την αρχαιότητα με πολλά ονόματα, όπως Ηδωνός, Εχείδωρος, Εχέδωρος, Χείδωρος, Callicum, Gallicum. Ο Ηρόδοτος, τον 5° αι. π.Χ., ήταν ο πρώτος που έκανε μνεία για τον ποταμό Χείδωρον (Ιστορίαι, 7.127), ενώ αναφορά έκαναν στον Εχέδωρον ο (ψευδο) Σκύλαξ στο Περίπλους (66), τον 4ο αι. π.Χ., καθώς και ο Στράβωνας στα Γεωγραφικά (7.21), τον 1ο αι. μ.Χ. (Μέλφος κ.ά. 2020)».

Πώς γινόταν η εξόρυξη το 1900

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά του κ. Μέλφου στον τρόπο που γινόταν η εξόρυξη του χρυσού το 1900, σύμφωνα με μαρτυρία της εποχής. Γράφει συγκεκριμένα στο άρθρο του στην ιστοσελίδα Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος:

«Το 1900 ο Άγγλος περιηγητής Τζωρτζ Φρέντερικ Άμποτ, περνώντας με την αμαξοστοιχία κατά μήκος της αριστερής όχθης του Γαλλικού, περιγράφει τη διαδικασία απόληψης του χρυσού από τους κατοίκους της περιοχής. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ένας από τους παραποτάμους του Γαλλικού είχε την ονομασία Αλντίν-Ντερέ ή Χρυσό Ποτάμι. Οι κάτοικοι μετά από κάθε δυνατή βροχή έβγαιναν για συλλογή κόκκων χρυσού με ένα ρηχό ξύλινο σκαφίδι το οποίο το γέμιζαν με άμμο. Στη συνέχεια το κινούσαν δυνατά με κυκλικές κινήσεις, μέσα στο τρεχούμενο νερό, ώσπου να απομακρυνθεί η άμμος, και οι μικροσκοπικοί κόκκοι του πολύτιμου μετάλλου, που είναι βαρύτεροι, κατακάθονται στον πυθμένα. Ο Άμποτ περιγράφει και άλλες μεθόδους, πιο περίπλοκες, κάτι που δείχνει ότι η συλλογή των ψηγμάτων χρυσού αποτελούσε μία προσοδοφόρα ασχολία των κατοίκων της περιοχής, αφού, όπως αναφέρει, το κέρδος έφθανε στο ένα σελίνι και έξι πένες σε μία μέρα, ένα ποσό που στην Οθωμανική Μακεδονία αποτελούσε καλή ανταμοιβή εκείνη την εποχή (Μέλφος κ.ά. 2020)».

Ο χρυστός του Γαλλικού σήμερα

Όσον αφορά στην εκμετάλλευση του χρυσού του Γαλλικού ποταμού στη σύγχρονη εποχή διαβάζουμε στο άρθρο του καθηγητή Β. Μέλφου:

«Η αναζήτηση για χρυσό στα ιζήματα του Γαλλικού συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς. Το 1938 ιδρύθηκε η εταιρεία «Χρυσορυχεία Βορείου Ελλάδος» με Πρόεδρο τον Ηλία Ηλιόπουλο που είχε σκοπό την οργανωμένη εκμετάλλευση του πολύτιμου μετάλλου με μία βυθοκόρο, δηλαδή έναν πλωτό εκσκαφέα. Ξέσπασε όμως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η όλη δραστηριότητα διακόπηκε έως το 1953, οπότε επισκευάστηκε η σχεδόν κατεστραμμένη βυθοκόρος που λειτούργησε έως το 1960. Η χρυσοφόρος άμμος περνούσε μέσα από ένα μεγάλο περιστρεφόμενο κυλινδρικό κόσκινο και έπεφτε σε επίπεδες πλάκες όπου τοποθε- τούσαν υδράργυρο. Ο χρυσός προσκολλούσε στον υδράργυρο και έτσι συλλεγόταν το αμάλγαμα. Μετά από τήξη, ο χρυσός διαχωριζόταν από τον υδράργυρο, και κατασκευάζονταν επιτόπου οι ράβδοι χρυσού (Μέλφος κ.ά. 2020). Αναφέρεται ότι μαζί με τον χρυσό συλλεγόταν και διάφορα άλλα αντικείμενα, όπως σκάγια κυνηγιού, αρχαία νομίσματα, κοσμήματα κ.ά.

Η βυθοκόρος κάλυψε μία απόσταση 14 χιλιόμετρα, από το χωριό Καμπάνη έως την Τέρπυλλο, μεταξύ του 1953 και του 1960. Συνολικά συλλέχθηκαν 1.355 κιλά χρυσού, δηλαδή περίπου 48 χιλιάδες ουγκιές. Η περιεκτικότητα της κοίτης του Γαλλικού σε χρυσό, κατά μήκος αυτής της ζώνης, φθάνει έως 0,30 g/m3. Εκτός από τον ίδιο τον Γαλλικό ποταμό, σημαντικές περιεκτικότητες σε χρυσό εντοπίζονται και στους παραποτάμους του, όπως στον Σπανό, στο Μεγάλο Ποτάμι και στον Ξηροπόταμο.

Σήμερα, κατά κύριο λόγο ο χρυσός εμφανίζεται υπό τη μορφή νιφαδωτών ψηγμάτων με μέγεθος <2 mm, και ψηγμάτων που μπορούν να συλλεχθούν με το χέρι και ονομάζονται pickers, με μέγεθος <1 cm . Κόκκοι χρυσού που η μία τους διάσταση είναι >1 cm ονομάζονται nuggets. Πρόκειται για σπάνιο εύρημα που συνήθως συνοδεύεται από κρυσταλλικό χαλαζία.

Ο εμπλουτισμός των ποτάμιων προσχώσεων του Γαλλικού ποταμού οφείλεται στη γεωλογική δομή της λεκάνης απορροής του και στα χρυσοφόρα κοιτάσματα στο όρος Κρούσια. Τα Κρούσια αποτελούν μία οροσειρά ήπιου μορφολογικού αναγλύφου και χωρίζονται στο Δύσωρο όρος (ύψος 860 m) στα βορειοδυτικά και στο Μαυροβούνι (ύψος 1179 m) στα νοτιοδυτικά. Η περιοχή ανήκει στην ενότητα Βερτίσκου της Σερβομακεδονικής μάζας, και αποτελείται από μεταμορφωμένα και πυριγενή πετρώματα.

Τα κοιτάσματα χρυσού στα Κρούσια ήταν γνωστά από την αρχαιότητα και η εκμετάλλευσή τους μαρτυρείται από τα διάσπαρτα αρχαία μεταλλεία σε όλη την περιοχή. Τα κοιτάσματα αυτά περιέχουν κυρίως χρυσό, σίδηρο, ψευδάργυρο, μόλυβδο, χαλκό, μολυβδαίνιο και αντιμόνιο, αλλά και διάφορα άλλα σπάνια και κρίσιμα μέταλλα. Μερικά από τα σημαντικότερα κοιτάσματα βρίσκονται στο Μυριόφυτο, στη Βάθη, στις Κορυφές, στο Γερακαριό, στην Ποντοκερασιά, στο Λαοδικηνό και στην Κορωνούδα. Ο αυτοφυής χρυσός βρίσκεται μέσα σε χαλαζιακές φλέβες μόνος του ή μαζί με σιδηροπυρίτη και χαλκοπυρίτη.

Το κοίτασμα προσχωματικού χρυσού στον Γαλλικό ποταμό ερευνήθηκε κατά την περίοδο 1975-1982 από τη «Βωξίται Παρνασσού», με 550 γεωτρήσεις, ενώ το ΙΓΜΕ έκανε επανεκτίμηση του κοιτάσματος με 19 επιπλέον γεωτρήσεις από το 1987 έως το 1994. Από αυτήν την επανεκτίμηση προέκυψε ότι το προσχωματικό κοίτασμα στον Γαλλικό ποταμό, που έχει έκταση περίπου 3,8 km2, αποτελείται από 25,5 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ιζημάτων με μέση περιεκτικότητα 0,1 g/m3 και συνολικά αποθέματα 2.610 κιλά χρυσού, τα οποία εκτιμάται ότι είναι ακόμη μεγαλύτερα (Δρυμωνίτης 2014)».

Πηγή – πληροφορίες – φωτογραφίες: Εφορεία Αρχαιοτήτων ΚιλκίςΕλληνικός Ορυκτός ΠλούτοςΒικιπαίδεια

thesstoday.gr

Exit mobile version