Η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει αμέσως στον Ελληνικό λαό τις θέσεις της στις Ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον Τύπο αλλά και πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού, στις επόμενες ημέρες οι συνομιλίες για κλείσιμο των εκκρεμοτήτων αναφορικά με τις Ελληνοαλβανικές σχέσεις θα ενταθούν, εισερχόμενες στην τελική ευθεία και θα επισημοποιηθούν με την συνάντηση των δύο πρωθυπουργών. Αν και στην παρούσα περίπτωση τηρείται ουσιαστικά η διαδικασία της μυστικής διπλωματίας –γεγονός απαράδεκτο για σημαντικά εθνικά ζητήματα, τα βασικά θέματα που φαίνεται να βρίσκονται στο τραπέζι των ελληνοαλβανικών διαπραγματεύσεων είναι οι θαλάσσιες ζώνες με τον προσδιορισμό της ΑΟΖ στο Ιόνιο και την Αδριατική, η άρση του εμπόλεμου, καθώς και η κατάργηση «αλυτρωτικών όρων», δηλαδή ο συμψηφισμός των αλυτρωτικών διεκδικήσεων της Αλβανικής πλευράς μέσω της ανακίνησης του ανύπαρκτου ζητήματος των Αλβανοτσάμηδων, με την κατάργηση του όρου «Βόρειος Ήπειρος».
Σαν ενεργοί πολίτες εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας διότι σε όλα αυτά τα ζητήματα που θίγονται στις διαπραγματεύσεις, ενυπάρχουν κίνδυνοι για εκχώρηση εθνικών δικαιωμάτων σαν κατάληξη των διαπραγματεύσεων με την μορφή Συμφωνίας ή με άλλου είδους Συνθήκη. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν οι συζητήσεις γίνονται υπό καθεστώς αδιαφάνειας και έλλειψης ενημέρωσης του Ελληνικού λαού. Με αυτή την μεθόδευση, ένα άλλο μείζον εθνικό ζήτημα κινδυνεύει να διχάσει πάλι τον Ελληνικό λαό και να διασπάσει την αρραγή ενότητα του που είναι απολύτως απαραίτητη για τις ιδιαίτερα κρίσιμες στιγμές που βιώνουμε. Ως εκ τούτου, ζητάμε από το Υπουργείο Εξωτερικών και την Κυβέρνηση να αποσαφηνίσει ποιές είναι οι θέσεις των δύο πλευρών στις διαπραγματεύσεις, όπως επίσης να εξηγήσει γιατί επείγεται να τις κλείσει άμεσα, σε συνθήκες όχι ιδιαίτερα ευνοϊκές, όταν η άλλη πλευρά δεν δείχνει να έχει παρόμοιο κίνητρο.
Στο θέμα της ΑΟΖ, από τα δημοσιοποιηθέντα από τους Αλβανούς στοιχεία διαπιστώνεται ότι η Ελλάδα δέχεται την κατάργηση της Συμφωνίας Καραμανλή-Μπερίσα και περιορίζει τις αξιώσεις της προς όφελος της Αλβανίας. Η εκκολαπτόμενη συμφωνία, όπως παρουσιάζουν ορισμένες πληροφορίες, θα παραχωρήσει στην Αλβανία μεγαλύτερη θαλάσσια έκταση από αυτή που της έδινε η προηγούμενη συμφωνία (Καραμανλή-Μπερίσα) με «αντάλλαγμα» την επέκταση των χωρικών υδάτων σε ορισμένα σημεία έως τα 12 ν.μ., κάτι όμως που αποτελεί αποκλειστικό κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας και δεν υπόκειται σε έγκριση από τρίτους. Επειδή ακούγεται ότι στην περίπτωση της διακήρυξης ΑΟΖ αρκεί μια κυβερνητική πράξη, δηλαδή δεν θα χρειαστεί έγκριση από την Βουλή, η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να πληροφορήσει έγκαιρα τον Ελληνικό λαό πριν κλείσει η συμφωνία, με ποιό σκεπτικό γίνονται οι σχεδιαζόμενες παραχωρήσεις, και τι κερδίζει η χώρα από αυτές. Θα πρέπει να τονιστεί ότι μεταξύ των όρων που έχει θέσει η Αλβανική πλευρά μέσω του Αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, είναι η μη αποδοχή της μέσης γραμμής και η μειωμένη επήρεια των νησιών στην οριοθέτηση της ΑΟΖ, ακόμη και των Οθωνών αλλά και της ίδιας της Κέρκυρας. Οι απαιτήσεις αυτές αντίκεινται σε βασικές αρχές και προβλέψεις της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, και τυχόν αποδοχή τους από την Ελληνική πλευρά πρόκειται να δημιουργήσει ένα δυσμενέστατο προηγούμενο για την περίπτωση του Καστελόριζου και το σύνολο των ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και στη νοτιοανατολική Μεσόγειο μεταξύ Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας.
Εκτός από το θέμα της ΑΟΖ, οι Αλβανοί, σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες από τον Τύπο, απαιτούν και επανακαθορισμό των χερσαίων συνόρων. Αυτό, απ’ ό,τι φημολογείται, προέκυψε μετά από την ανεύρεση πετρελαϊκών κοιτασμάτων στο αλβανικό έδαφος, πλησίον των ελληνοαλβανικών συνόρων. Οι έρευνες μάλιστα που έγιναν στην ελληνική πλευρά, δείχνουν ότι υπάρχουν κοιτάσματα και στο ελληνικό έδαφος. Ας μας απαντήσει η Κυβέρνηση, τι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα σε ό,τι αφορά τις διεκδικήσεις της Αλβανικής πλευράς. Θέλουμε να πιστεύουμε πως κάποιες επίσημες αναφορές σε αλλαγές συνόρων, ήταν όντως ατυχή λεκτικά ολισθήματα που πηγάζουν από ελλιπή γνώση σχετικά με την έννοια της ΑΟΖ και πως δεν θα προκύψει εκχώρηση σπιθαμής εθνικού χερσαίου χώρου, η οποία θα προκαλούσε πραγματική έκρηξη σε ένα ήδη ιδιαίτερα βεβαρυμμένο για την κυβέρνηση περιβάλλον.
Αναφορικά με την άρση του εμπολέμου, η κατάσταση είναι ακόμη πιο θολή. Αν και το μόνο που γνωρίζουμε ως τώρα είναι η δήλωση του Ν. Κοτζιά ότι το Εμπόλεμο με την γειτονική χώρα αποτελεί ιστορικό αναχρονισμό, καθώς και η πρόσφατη αναφορά του Πρωθυπουργού στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, ότι ‘στο ζήτημα του εμπολέμου και των συνόρων… βρισκόμαστε πολύ κοντά στο να βρεθεί μια κάποια διευθέτηση’, οι επιπτώσεις από την επιδιωκόμενη άρση του εξακολουθούν να είναι απρόβλεπτες. Αξιοσημείωτο είναι ότι και τα Τίρανα δεν έχουν προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση ακύρωσης της απόφασης του «αλβανικού εμπολέμου» του 1939.
Αν και ο Υπουργός Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι οι περιουσίες των μεσεγγυήσεων ιδιοκτησιών του αλβανικού κράτους και Αλβανών ιδιωτών προ του πολέμου –που μόλις τελειώσει το εμπόλεμο μπορεί να επιστραφούν, δεν έχουν σχέση με τις περιουσίες των Τσάμηδων, αυτό δεν είναι απαραίτητα καθησυχαστικό. Κύκλοι στην γειτονική χώρα υποστηρίζουν ότι σε μια σειρά περιπτώσεων που αναφέρονται σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων και εμβληματικών κτηρίων στην Θεσσαλονίκη, πρόκειται περί αλβανικών περιουσιών, και απαιτούν αποζημίωση για τις χαμένες περιουσίες τους. Κατ’ αυτούς, μόνο στη Θεσσαλονίκη οι αποζημιώσεις που αναλογούν στους Αλβανούς είναι 35 εκατομμύρια και δεν είναι τα μόνα, καθώς ισχυρίζονται ότι οι περιουσίες τους εκτείνονται σε ολόκληρη σχεδόν την έκταση της Ελλάδας. Την ίδια στιγμή, δεν βλέπουμε πουθενά να γίνεται λόγος για τις ελληνικές περιουσίες ανά την Αλβανία που έχουν κατασχεθεί, ούτε για τις ελληνικές κατοικίες που κατεδαφίζονται εν έτη 2018. Ούτε επίσης γίνεται λόγος για τα τεράστια Βορειο-Ηπειρωτικά κληροδοτήματα για τη διατήρηση του Ελληνισμού σε περιοχές μη αναγνωρισμένες από την αλβανική κυβέρνηση ως μειονοτικές, όπως η Κορυτσά, η Μοσχόπολη και η Χιμάρα. Οι Αλβανικές κυβερνήσεις όχι μόνο δεν επέτρεψαν να χρησιμοποιηθούν τα κληροδοτήματα αυτά για την προώθηση της Ελληνικής παιδείας αλλά και δήμευσαν ελληνικές κοινοτικές περιουσίες.
Αν και είναι αυτονόητα επιθυμητό να υπάρχουν σχέσεις ειρήνης, φιλίας και συνεργασίας με όλους τους γείτονες, συνεπώς και με την Αλβανία, επιβάλλεται να ξεκαθαριστεί ότι η άρση του εμπολέμου δεν θα γίνει με τρόπο που θα ανοίγει ο ασκός του Αιόλου, παρέχοντας νομικό πάτημα να οδηγηθεί η χώρα μας σε Διεθνή Δικαστήρια για την προβολή διεκδικήσεων σε ελληνικά εδάφη και για την αναγνώριση Αλβανικής μειονότητας στην Ελλάδα.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το πιο επίμαχο ζήτημα είναι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων της Ελληνικής μειονότητας στην Βόρειο Ήπειρο, σύμφωνα με τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες. Ως γνωστό, με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1947 πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι η διάσκεψη για την ειρήνη με στόχο την οριστική χάραξη των συνόρων στην Ευρώπη. Δύο θέματα είχαν παραμείνει εκκρεμή σ’ εκείνη την διάσκεψη: Η επανένωση των δύο Γερμανιών και το θέμα της Β. Ηπείρου. Το πρώτο λύθηκε από τα πράγματα, το δεύτερο μένει εκκρεμές. Υπενθυμίζουμε για όσους εσκεμμένα ή όχι παραβλέπουν, ότι η Αλβανία έχει υπογράψει στις 17 Μαΐου 1914 το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, με αντισυμβαλλόμενη όχι την Ελλάδα, αλλά την κυβέρνηση της Αυτονόμου Ηπείρου μετά από ένοπλη σύγκρουση τριών μηνών. Το Πρωτόκολλο υπεγράφη και από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, στις οποίες περιλαμβάνονταν η Ιταλία και η Αυστρουγγαρία, οι δύο προστάτιδες του νέου αλβανικού κράτους. Με τη διεθνή αυτή συμφωνία η Αλβανία αναγνώριζε τον ελληνικό χαρακτήρα του πληθυσμού των νοτίων Νομών, δηλαδή των περιοχών Αργυροκάστρου και Κορυτσάς, και δεχόταν να ονομάζει τους κατοίκους της περιοχής «Ηπειρώτες». Επίσης, το Πρωτόκολλο προβλέπει ουσιαστικά αυτοδιοίκηση της περιοχής, όπου η εκπαίδευση, η εκκλησιαστική διαχείρηση και η αστυνόμευση υπάγονται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των Ορθοδόξων Χριστιανών, δηλ. τους Έλληνες.
Αφού λοιπόν η Αλβανία έχει αναγνωρίσει με την υπογραφή της τον χαρακτηρισμό «Ηπειρώτες» για τους Έλληνες της περιοχής, γιατί κάποιοι θεωρούν ότι ο όρος «Βόρειος Ήπειρος» είναι αναχρονισμός και γιατί επιζητείται η απόρριψή του; Γιατί στην περίπτωση των Σκοπίων ο γεωγραφικός προσδιορισμός δεν είναι απειλή για την Ελλάδα, ενώ στην περίπτωση της Βορείου Ηπείρου θεωρείται απειλητικός ο όρος για την Αλβανία και επομένως απορριπτέος; Η Βόρειος Ήπειρος είναι κομμάτι της Αλβανίας σύμφωνα με διεθνείς συνθήκες και δεν πρόκειται να ζητηθεί αλλαγή συνόρων στην νέα συμφωνία, αναφέρει ο κ. Κοτζιάς σε πρόσφατη δήλωση. Αυτό όμως αποτελεί συνειδητή διαστρέβλωση του γεγονότος ότι το δικαίωμα για έννομη διεκδίκηση των όσων προδιαγράφει το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, δηλαδή το καθεστώς Αυτονομίας, δεν συνεπάγεται αλλαγή συνόρων.
Η συμφωνία της Ελλάδας με τα Σκόπια δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για μια ανάλογη συμφωνία με την Αλβανία, και γι’ αυτό καλούμε μαζί με τα Βορειοηπειρωτικά σωματεία που έχουν εκφράσει τις ίδιες σοβαρές ανησυχίες, όλους τους Βορειοηπειρώτες και όλους τους Έλληνες, να είναι σε ετοιμότητα για αγωνιστικές κινητοποιήσεις, ζητώντας από την Ελληνική Κυβέρνηση να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, έστω και την ύστατη ώρα, τις πρόνοιες που αναφέρει το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας και να εξασφαλίσει τις συνθήκες για την πλήρη εφαρμογή τους.
O Διεθνής Ελληνικός Σύνδεσμος (International Hellenic Association) είναι ένας υπερκομματικός, μη κερδοσκοπικός οργανισμός, με μέλη 3000 Έλληνες και φιλέλληνες ακαδημαϊκούς ανά τον κόσμο και έδρα στις ΗΠΑ.
INTERNATIONAL HELLENIC ASSOCIATION-IHA (USA) INTERNATIONAL HELLENIC ASSOCIATION ( USA)
Claymont, Delaware 19703
U.S.A
www.professors-PhDs.com.
Mail: IHAHellas@gmail.com
Www.professors-phds.com
Savvas Kalenteridis στις 7/20/2018 08:41:00 π.μ.