Η ιστορία της εξέλιξης της γαλακτοβιομηχανίας των αδελφών Σαράντη.
Οταν το 1985 οι αδερφοί Δημήτρης και Μιχάλης Σαράντης ξεκινούσαν στα Τρίκαλα την πρώτη τους τυροκομική επιχείρηση, την «Τυροκομικά Αδερφοί Σαράντη» (ΤΥΡΑΣ), δύσκολα θα φαντάζονταν ότι 33 χρόνια μετά θα έχουν εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους ομίλους γαλακτοκομικών προϊόντων όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στα Βαλκάνια.
To «λάπτε», το γάλα στη βλάχικη διάλεκτο, που μιλούσαν οι γηραιότεροι στο Περιβόλι Γρεβενών, από όπου κατάγεται η οικογένεια Σαράντη, αποδείχθηκε… χρυσάφι. Οχι μόνο για την ΤΥΡΑΣ, αλλά και για μια σειρά συνεταιριστικών βιομηχανιών οι οποίες, ενώ βρίσκονταν ένα βήμα από την πτώχευση, συγκαταλέγονται πλέον μεταξύ των κυρίαρχων εταιρειών του κλάδου. Σήμερα ο τζίρος του ομίλου ξεπερνάει τα 300 εκατ. ευρώ, ενώ πρόκειται στην πραγματικότητα για μια ελληνική «πολυεθνική», καθώς διατηρεί εργοστάσια σε Ρουμανία και Βουλγαρία και εμπορικές εταιρείες σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.
Το πρώτο λιθαράκι για τη δημιουργία του μεγάλου αυτού ομίλου, ο οποίος το 2016 μετονομάστηκε σε «Ελληνικά Γαλακτοκομεία», μπήκε πολύ πριν από το 1985.
Από το 1950, στο Περιβόλι Γρεβενών, σε αυτό το μικρό χωριό της Πίνδου, η οικογένεια είχε δημιουργήσει μια μικρή επιχείρηση στην οποία παρασκεύαζε γιαούρτια και τυριά με τις παραδοσιακές συνταγές και τα διακινούσε και στην ευρύτερη περιοχή των Τρικάλων. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ο Στέργιος Σαράντης μαζί με τους δύο γιους του δημιουργούν μια ομόρρυθμη εταιρεία, την ΤΥΡΑΣ, κατασκευάζοντας τότε ένα σύγχρονο για την εποχή τυροκομείο, λίγο έξω από τα Τρίκαλα, στον δρόμο για την Πύλη.
Στη Ρουμανία
Το 1992 η εταιρεία μετατρέπεται σε ανώνυμη και το 1999 κάνει το πρώτο μεγάλο βήμα για την επέκτασή της στο εξωτερικό. Εξαγοράζει την TYROM SA στη Ρουμανία και αποφασίσει να κατασκευάσει εργοστάσιο στη χώρα αυτή. Δεν γνωρίζουμε εάν οι αδερφοί Σαράντη επέλεξαν τη Ρουμανία λόγω της βλάχικης καταγωγής τους ή επειδή προέβλεψαν πολύ νωρίς την προοπτική που παρουσίαζε η εν λόγω αγορά. Το βέβαιο είναι ότι αποδείχθηκε καθοριστικό βήμα για τη μετέπειτα εξέλιξη του ομίλου.
Ενα χρόνο μετά, το 2000, γίνεται το πλέον καθοριστικό βήμα εντός συνόρων. H ΤΥΡΑΣ εξαγοράζει τη συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία «Ολυμπος» στη Λάρισα και επεκτείνεται δυναμικά στην κατηγορία του φρέσκου γάλακτος, εντείνοντας τον ανταγωνισμό σε έναν κλάδο όπου η ΔΕΛΤΑ τότε ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης. Ο ανταγωνισμός αυτός έλαβε πέντε χρόνια μετά και δικαστική διάσταση, καθώς το 2005 η ΔΕΛΤΑ μέσω της θυγατρικής της «Βίγλα Ολύμπου ΑΕΒΕ» παρουσίασε το γάλα «Αυθεντικό περιοχής Ολύμπου». Η «Ολυμπος» τότε κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της «Βίγλα» για τη χρήση του ονόματος και η τελευταία απάντησε επίσης με αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ζητώντας επίσης τη διακοπή της χρήσης των σημάτων από την «Ολυμπος». Ας σημειωθεί ότι το 2005 η «Ολυμπος» κάνει μία ακόμη κίνηση με την οποία «μπαίνει στο μάτι» των ανταγωνιστών της: εισέρχεται στην κατηγορία των φυσικών χυμών και ξεκινάει ένας ακόμη «πόλεμος» στη βιομηχανία τροφίμων – ποτών. Ενα χρόνο αργότερα, οι δύο εταιρείες βρέθηκαν –από μία άποψη– στην ίδια πλευρά, αυτήν του κατηγορούμενου για εμπλοκή στο πολυσυζητημένο «καρτέλ του γάλακτος».
Στη Βουλγαρία
Το 2003 η ΤΥΡΑΣ προχωράει σε μία ακόμη κίνηση στρατηγικής σημασίας εκτός συνόρων, εξαγοράζοντας την TYRBUL SA στη Βουλγαρία και κατασκευάζοντας στη γειτονική χώρα εργοστάσιο με κύρια δραστηριότητα την παραγωγή κίτρινων τυριών.
Το 2008 οι αδερφοί Δημήτρης και Μιχάλης Σαράντης προβαίνουν στην εξαγορά μιας ακόμη συνεταιριστικής γαλακτοβιομηχανίας, της «Ροδόπης» και πλέον αποκτούν παραγωγική μονάδα και στη Βόρεια Ελλάδα, σε μια περιοχή με σημαντικές ζώνες γάλακτος. Το 2009 αποφασίζουν να κάνουν το μεγάλο βήμα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και ιδρύουν την εμπορική εταιρεία «Olympus Dairy USA Corp.» και την άνοιξη του 2010 ξεκινούν τις εξαγωγές γιαουρτιού στις ΗΠΑ. Δραστηριότητα, ωστόσο, την οποία η «Ολυμπος» αποφασίζει να διακόψει το 2013, θεωρώντας την μη συμφέρουσα, συνεχίζοντας, ωστόσο, τις εξαγωγές φέτας. Η Ευρώπη, από την άλλη, αποδεικνύεται πολύ πιο ελκυστική και η εταιρεία τα επόμενα χρόνια ιδρύει θυγατρικές στην Ιταλία, στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το μικρό κάποτε τυροκομείο αποτελεί πλέον όμιλο με πέντε εργοστάσια σε Ελλάδα, Ρουμανία και Βουλγαρία και 1.214 εργαζομένους.
Πρωτοπορεί συνεχώς με καινοτόμα προϊόντα
Βασικό συστατικό της συνταγής της επιτυχίας του ομίλου «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» αποτελεί η καινοτομία, καθώς και η ποικιλία στα προϊόντα του. Πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το 2001 η κυκλοφορία σε διάφανη φιάλη –πρακτική που τα επόμενα χρόνια εφήρμοσαν αρκετές γαλακτοβιομηχανίες– φρέσκου γάλακτος, το «Επιλεγμένο γάλα Ολυμπος», που αποτελεί το premium προϊόν της εταιρείας στην κατηγορία αυτή. Αίσθηση στην αγορά έκαναν το 2005 οι φυσικοί χυμοί «Ολυμπος», των οποίων η διάθεση γινόταν επίσης σε διάφανη φιάλη, ενώ σε αυτήν αναγραφόταν ο τόπος προέλευσης των φρούτων. Πρόκειται στην πραγματικότητα, όπως επισημαίνει η εταιρεία, για τους πρώτους χυμούς που προέρχονται από «φρούτα με ονοματεπώνυμο».
Βιολογικά προϊόντα
Ενα χρόνο μετά, η εταιρεία αντιλαμβάνεται γρήγορα την τάση που βρισκόταν σε άνοδο εκείνη την εποχή, τη ζήτηση των καταναλωτών για βιολογικά προϊόντα. Ετσι, το 2016 επενδύει στην παραγωγή μιας σειράς βιολογικών προϊόντων υπό το σήμα της «Ολυμπος», η οποία περιλαμβάνει βούτυρο, κατσικίσιο βούτυρο, παιδικά ροφήματα από αγελαδινό και κατσικίσιο γάλα, επιδόρπιο γιαουρτιού. Στην κατηγορία του βιολογικού γάλακτος δραστηριοποιείται ο όμιλος και με το σήμα «Ροδόπη».
Το 2012 η «Ολυμπος» εισέρχεται και στην κατηγορία προϊόντων χωρίς λακτόζη με το όνομα «Freelact», ενώ νωρίτερα είχε προχωρήσει και στην παραγωγή προϊόντων από κατσικίσιο γάλα, προϊόντα που τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε άνοδο. Στην αγορά έχει τοποθετήσει επίσης προϊόντα εμπλουτισμένα με βιταμίνη D, ενώ το 2017 αποτέλεσε την πρώτη εταιρεία που παράγει στην Ελλάδα τα λεγόμενα φυτικά «γαλακτοκομικά», ροφήματα από καρπό αμυγδάλου, φιστικιού και καρυδιού.
Ο όμιλος, εξάλλου, έχει δημιουργήσει και μια ξεχωριστή σειρά προϊόντων υπό το σήμα Delicio, τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για τις ανάγκες του κλάδου της εστίασης.
Η επιτυχημένη στρατηγική των εξαγορών
Οι «έξυπνες» εξαγορές εντός και εκτός Ελλάδας είναι το έτερο βασικό συστατικό της επιτυχίας και της διάρκειας του ομίλου. Η εξαγορά της «Ολυμπος» σε πλειστηριασμό είχε ως αποτέλεσμα η ΤΥΡΑΣ να αποκτήσει εργοστάσιο γάλακτος στην «καρδιά» της Ελλάδας, στη Λάρισα, έχοντας πρόσβαση τόσο στην πρώτη ύλη όσο και στα εμπορικά δίκτυα σε Βόρεια και Νότια Ελλάδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η «Ολυμπος» είχε ιδρυθεί από το 1965 από την Ενωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Λάρισας και την Αγροτική Τράπεζα. Η κακοδιαχείριση –χαρακτηριστικό γνώρισμα, δυστυχώς, αρκετών αγροτικών συνεταιρισμών και συνεταιριστικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα– οδήγησε σε συσσώρευση χρεών, με συνέπεια να βγει η βιομηχανία σε πλειστηριασμό. Με την εξαγορά της από την ΤΥΡΑΣ όχι μόνον απέφυγε τη χρεοκοπία, αλλά μετατράπηκε και σε μία σύγχρονη, δυναμική γαλακτοβιομηχανία.
Το 2008, όταν η ΑΤΕbank, η Συνεταιριστική Εταιρεία Βιομηχανικής Αναπτύξεως Θράκης (ΣΕΒΑΘ) και η Ελληνική Βιομηχανία Ζωοτροφών (ΕΛΒΙΖ) αποφάσισαν να πουλήσουν τις συμμετοχές που είχαν στη «Ροδόπη» (συνολικά το 97,12%) η τελευταία εξαγοράστηκε από την ΤΥΡΑΣ έναντι 5,1 εκατ. ευρώ.
Το 2012 η ΤΥΡΑΣ εκδήλωσε ενδιαφέρον για την εξαγορά της επίσης συνεταιριστικής γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη» (συγκεκριμένα του 67,7% αυτής που αποτελούσε τη συμμετοχή της ΑΤΕbank στην εταιρεία), η προσφορά της όμως δεν επελέγη και η ηπειρώτικη επιχείρηση κατέληξε στη Simos Foods. Η ΤΥΡΑΣ, μάλιστα, είχε δημοσίως και με επιστολές της στον τότε υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα αμφισβητήσει έντονα τη μέθοδο αξιολόγησης των προσφορών.
Το 2014 η ΤΥΡΑΣ, σύμφωνα με τον επικεφαλής της κ. Δ. Σαράντη, είχε προχωρήσει σε πρόταση εξαγοράς της ΔΕΛΤΑ έναντι 200 εκατ. ευρώ (καταβολή μετρητών και ανάληψη τραπεζικών υποχρεώσεων), κάτι που διαψεύσθηκε τότε από την MIG, ενώ και πρόσφατα, όταν επανήλθαν τα σενάρια για πώληση της Vivartia, οι αδερφοί Σαράντη φέρεται να συγκαταλέγονται στους υποψήφιους μνηστήρες.
Επενδύσεις 125 εκατ. ευρώ σχεδιάζει ο όμιλος στην επόμενη πενταετία
O όμιλος «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» προγραμματίζει επενδύσεις ύψους 125 εκατ. ευρώ για την επόμενη πενταετία, ενώ για το τρέχον έτος σχεδιάζει να υλοποιήσει επενδύσεις ύψους 25 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 2005 – 2014 ο όμιλος πραγματοποίησε επενδύσεις ύψους 212 εκατ. ευρώ, ενώ την τελευταία τριετία έχει επενδύσει συνολικά 75 εκατ. ευρώ.
Μέσα στον Ιούλιο μάλιστα ο όμιλος προχώρησε σε αύξηση του μετοχικού του κεφαλαίου κατά 3,29 εκατ. ευρώ, ενώ σχεδιάζει αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και των θυγατρικών του σε Ρουμανία και Βουλγαρία με στόχο τη χρηματοδότηση του επενδυτικού του προγράμματος για την περίοδο 2018 – 2022. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και συμφωνία με τις τράπεζες για τη σύναψη ομολογιακού δανείου μέσω του οποίου θα καταστεί μακροπρόθεσμο σημαντικό μέρος του βραχυπρόθεσμου δανεισμού του ομίλου.
Ιδιαίτερο βάρος θα δοθεί στις επενδύσεις για τις αγορές εκτός Ελλάδος, είτε αυτές αφορούν τις παραγωγικές μονάδες σε Ρουμανία και Βουλγαρία είτε τις εξαγωγές που γίνονται από την Ελλάδα. Κι αυτό διότι περίπου το 50% των πωλήσεων του ομίλου προέρχεται πλέον από το εξωτερικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις 10 χρόνια πριν οι πωλήσεις στο εξωτερικό αντιστοιχούσαν στο μισό ποσοστό, σε 23% του συνολικού τζίρου του ομίλου. Στους στόχους του ομίλου ήδη από φέτος περιλαμβάνονται η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων στην Ιταλία και στη Γερμανία μέσω εμπορικών συμφωνιών και συνεργασιών. Η ενίσχυση των εξαγωγών του ομίλου οφείλεται, βεβαίως, και στο γεγονός ότι δύο από τα βασικά προϊόντα του, το τυρί φέτα και το γιαούρτι, παρουσιάζουν σημαντική ζήτηση από τους καταναλωτές εκτός Ελλάδος τα τελευταία χρόνια. Αμφότερα, μάλιστα, συγκαταλέγονται μεταξύ των 18 «δυναμικών» προϊόντων, όπως τα χαρακτήρισε σε πρόσφατη μελέτη της για τις εξαγωγές η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.
Με μερίδιο της τάξης του 7% η Ελλάδα τοποθετείται στην τέταρτη θέση παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές γιαουρτιού. Οι εξαγωγές γιαουρτιού από την Ελλάδα έχουν τριπλασιασθεί την οκταετία 2009 – 2017. Το διάστημα αυτό η ζήτηση από την Ιταλία αυξήθηκε κατά 646% και πλέον η γείτονα αποτελεί τον βασικό προορισμό του ελληνικού γιαουρτιού (42% των εξαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος καταλήγουν εκεί). Στο Ηνωμένο Βασίλειο εξάγεται το 22% του ελληνικού γιαουρτιού, στην Αυστρία το 6%, ενώ υπάρχουν και ανερχόμενες αγορές, όπως αυτή της Νορβηγίας.
Σε ό,τι αφορά τη φέτα, η Ελλάδα με μερίδιο της τάξης του 3% κατατάσσεται στη 10η θέση παγκοσμίως ως προς τις εξαγωγές τυριών ειδικού τύπου. Την περίοδο 2009 – 2017 η αξία των εξαγωγών φέτας διπλασιάστηκε, με τη ζήτηση να αυξάνεται ιδιαιτέρως από τη Γερμανία (κατά 98% την οκταετία 2009 – 2017) και το Ηνωμένο Βασίλειο (αύξηση 140%), ενώ ξεχώρισαν, επίσης, η έντονη ζήτηση από την αγορά της Γαλλίας (349%) και της Ιαπωνίας (445%). Το 33% των εξαγωγών φέτας κατευθύνεται στη Γερμανία, το 15% στο Ηνωμένο Βασίλειο και το 10% στην Ιταλία.
kathimerini.gr