*Αναδημοσίευση από την ΕΣΤΙΑ
Η επόμενη μέρα της κρίσης θα είναι το μεγάλο στοίχημα που θα πρέπει να κερδίσει η Ελληνική κυβέρνηση – αλλά και οι υπόλοιπες της Ευρώπης. Πολλοί αναλυτές προεξοφλούν μια κρίση ανάλογη με αυτή της μεγάλης ύφεσης το 1929, για αυτό οι κυβερνήσεις πρέπει να δείξουν αποφασιστικότητα και τόλμη για να προλάβουν τα χειρότερα.
Όσον αφορά την νομισματική πολιτική οι κεντρικές τράπεζες ήδη μείωσαν τα επιτόκια για να διευκολύνουν τον δανεισμό και, επίσης, έριξαν χρήμα στις αγορές αγοράζοντας είτε κρατικά είτε εταιρικά ομόλογα. Στο σημείο που είμαστε σήμερα οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να κάνουν πολλά παραπάνω.
Το στοίχημα, λοιπόν, θα κριθεί στην δημοσιονομική πολιτική των κεντρικών κυβερνήσεων. Με υψηλή ανεργία, χαμηλή κατανάλωση και με μειωμένες τιμές η οικονομία απαιτεί ισχυρή τόνωση της ζήτησης από τις κυβερνήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων που θα τονώσει την ζήτηση και θα ενισχύσει την ρευστότητα στην οικονομία. Δυστυχώς, αυτή την στιγμή ο ιδιωτικός τομέας είναι βαριά τραυματισμένος και το κράτος πρέπει αναλάβει το βάρος των επενδύσεων για να κρατήσει την οικονομία ζωντανή έως ότου ορθοποδήσει ο ιδιωτικός τομέας.
Όμως, πρόβλημα δεν υπάρχει μόνο στην ζήτηση αλλά και στην προσφορά καθώς ο παραγωγικός ιστός της χώρας έχει σηκώσει χειρόφρενο λόγω πανδημίας. Και όταν σύντομα ξεκινήσει την επαναλειτουργία του δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα είναι μουδιασμένος και δεν θα επανακάμψει τόσο εύκολα όσο προεξοφλείται από την πλειοψηφία του Ελληνικού τύπου. Συνεπώς, πρέπει να παρθούν μέτρα να στηριχτεί και η προσφορά. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση οφείλει να παρέχει σημαντική στήριξη στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της Ελλάδος με διευκολύνσεις στην φορολογία (π.χ. μείωση ΕΝΦΙΑ, συντελεστών) αλλά και δραστική μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων που τις ταλαιπωρούν χρόνια τώρα και τις επιβαρύνουν με αχρείαστο επιπλέον κόστος. Επίσης, είναι απαραίτητο να δοθεί η δυνατότητα να υπάρχει δανεισμός σε επιχειρήσεις που δεν θα μπορέσουν να δανειστούν από τον Ιούνιο και μετά, μέσω κρατικού δανεισμού με εγγυήσεις του δημοσίου. Η ρευστότητα είναι νευραλγικής σημασίας για να μπορέσει η οικονομία να τρέξει και η κυβέρνηση οφείλει να διευκολύνει (αλλά και να πιέσει) τις τράπεζες να ανοίξουν τις κάνουλες.
Συγχρόνως, πρέπει να γίνει μια γενναία ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις επιχειρήσεις που μπορούν να συνεχίσουν αλλά γονάτισαν λόγω κορονοιού, αλλά και μείωση εισφορών για να δοθεί κίνητρο στις επιχειρήσεις να κρατήσουν το προσωπικό τους. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση πρέπει να προλάβει αυτό που σκέφτονται πολλοί επιχειρηματίες: «πόσους πρέπει να απολύσω ή τι περικοπές να κάνω για να αντέξω». Πρέπει να προλάβει να τους δώσει λύσεις πριν πάρουν αρνητικές τελικές αποφάσεις.
Όμως, σε αυτό το μείγμα πολιτικής υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: το δημόσιο χρέος. Όμως, το δημόσιο χρέος σε όλη την Ευρώπη θα φτάσει σε επίπεδα που δεν έχουμε ξαναδεί από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και σε αυτό δεν θα εξαιρεθεί η χώρα μας η οποία ήδη διαθέτει το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη.
Ωστόσο, o Economist αλλά και πολλοί κορυφαίοι οικονομολόγοι (Κρούγκμαν, Στίγκλιτς, κα) προβλέπουν πως η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα οπότε ο δανεισμός δεν θα επιβαρύνει τόσο πολύ τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Άλλωστε, η Ιαπωνία με χρέος επί του ΑΕΠ 240% είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση οικονομίας που συνεχίζει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη των αγορών. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή δεν δανειστούν τα κράτη για να ρίξουν ζεστό χρήμα στην οικονομία ελλοχεύει ο κίνδυνος βαθιάς, δομικής και παρατεταμένης ύφεσης.
Η πραγματικότητα είναι πως στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα δεν έχουμε πληθώρα επιλογών. Και κανείς δεν πρέπει να μείνει μόνος του σε αυτή την κρίση. Γιατί είμαστε όλοι κρίκοι στην ίδια αλυσίδα. Αν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μείνει πίσω τότε αναπόφευκτα θα συμπαρασύρει όλη την κοινωνία. Η κυβέρνηση πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που έχει στην διάθεση της γιατί η αντιμετώπιση αυτή της κρίσης πρέπει να γίνει συλλογικά και με αλληλεγγύη. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να βγούμε δυνατότεροι από αυτή την δοκιμασία.