Του Μητροπολίτου πρ. Αυλώνος Χριστοδούλου
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ
Ἐφ. 4, 1-7
«Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε» (Ἐφ. 4, 1).
Ἡ πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή μαζί μέ τίς πρός Φιλιππησίους, Κολοσαεῖς καί Φιλήμονα χαρακτηρίζονται ὡς «ἐπιστολές τῆς αἰχμαλωσίας», γιατί ὁ Παῦλος ἦταν φυλακισμένος, ὅταν τίς ἔγραψε καί τό ὁμολογεῖ μέσα σέ αὐτές τίς ἐπιστολές. Οἱ ἐπιστολές αὐτές γράφηκαν ἀπό τήν πρώτη φυλάκιση τοῦ Παύλου στή Ρώμη (59-61 μ.Χ.), γιά τήν ὁποία γίνεται λόγος στό τέλος τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.
«Ὁ Παῦλος ἔμεινε μιά ὁλόκληρη διετία σέ ἰδιαίτερη νοικιασμένη κατοικία, ὅπου δεχόταν ὅλους ὅσοι τόν ἐπισκέπτονταν… καί δίδασκε γιά τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό μέ μεγάλη παρρησία καί χωρίς κανένα ἐμπόδιο» (Πράξ. 28, 30-31). Ἄρα αὐτά τά δεσμά του δέν ἦταν τόσο σκληρά.
Τόν ἀπόστολο Παῦλο δέν τόν ἀπασχολεῖ τόσο τό γεγονός πού ἦταν «δέσμιος», ἀλλά τό γεγονός πῶς ζοῦν οἱ χριστιανοί τῆς Ἐφέσου. Γι’ αὐτό καί τούς παρακαλεῖ νά ζοῦν μέ τρόπο ἀντάξιο ἐκείνου πού τούς κάλεσε στή νέα ζωή (τό Χριστό). Αὐτός εἶναι ὁ φλογερός πόθος του μέσα στή φυλακή. Ἡ σημερινή περικοπή εἶναι πολύ συγκινητική. Θά τή δοῦμε στό ἑξῆς σέ μιά εὐρύτερη ἀνάλυση.
Προορισμός τῶν χριστιανῶν εἶναι νά γίνουν παιδιά τοῦ Θεοῦ (Λουκ. 6, 35). Γιά νά πραγματοποιηθεῖ αὐτό θά πρέπει λέει ὁ Παῦλος «νά ζεῖτε μέ ταπείνωση, πραότητα καί ὑπομονή· νά ἀνέχεστε μέ ἀγάπη ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί νά προσπαθεῖτε νά διατηρεῖτε, μέ τήν εἰρήνη πού σᾶς συνδέει μεταξύ σας, τήν ἑνότητα πού δίνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἕνα σῶμα ἀποτελεῖτε ὅλοι κι ἕνα πνεῦμα σᾶς ἑνώνει, ὅπως καί μία εἶναι ἡ ἐλπίδα σας γιά τήν ὁποία σᾶς κάλεσε ὁ Θεός».
Ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο καί ἔβαλε τόν ἄνθρωπο ἄρχοντα τῆς κτίσεως, γιά νά κληρονομήσει τήν οὐράνια Βασιλεία. Γιά τό σκοπό αὐτό «στόν καθένα μας ὅμως δόθηκε χάρισμα σύμφωνα μέ τό μέτρο πού δωρίζει ὁ Θεός». Μέ αὐτά τά συγκινητικά λόγια ἀπευθύνεται ὁ Ἀπόστολος νά τούς παρακαλέσει νά ζοῦν ἀντάξια τῆς κλήσης τους. Καί ὁ ἴδιος ἐπάξια πολιτεύτηκε, γι’ αὐτό καί φυλακίστηκε.
Πολλοί χριστιανοί προβάλλουν τά ἐμπόδια τῆς ζωῆς σάν ἀποφασιστικό παράγοντα, πού δέν τούς ἐπιτρέπει νά ζοῦν ἐπάξια τῆς κλήσης τους. Καί αὐτά τά ἐμπόδια εἶναι πολλά. Εἶναι δυνατό νά ξεπεραστοῦν; Ἀρκεῖ νά τό θελήσει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν καρδιά του καί ὅλα ρυθμίζονται. Ὁ Θεός δέ ζητάει ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀλλά δίνει σέ αὐτούς, ἀρκεῖ ὁ καθένας νά τά ἐκτιμήσει καί νά πολιτεύεται μέ βάση αὐτά.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει τήν ἐπιστολή αὐτή «δέσμιος», πού σημαίνει πώς τά δεσμά γιά τήν πίστη στό Χριστό εἶναι ἡ ἀληθινή ἐλευθερία, γιατί «ὁ Χριστός μᾶς ἀπελευθέρωσε γιά νά εἴμαστε ἐλεύθεροι. Παραμένετε, λοιπόν, σταθεροί στήν ἐλευθερία καί μήν ξαναμπαίνετε κάτω ἀπό ζυγό δουλείας» (Γαλ. 5, 1). Δουλεία σημαίνει ἁμαρτία. Ἄρα ὁ Κύριος ἐλευθέρωσε τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο ἀπό τήν ἁμαρτία τῶν Πρωτοπλάστων καί τόν πνευματικό θάνατο, ἀλλά καί τή δουλεία τῶν διαφόρων παθῶν.
Ἄς ἀφήσει ὁ καθένας τήν ψυχή του νά ἀκούσει τούς παλμούς τῆς καρδιᾶς τοῦ Παύλου καί νά πολιτεύεται ἐπάξια τῆς κλήσης του.