Χειμαρρώδης ήταν κατά την τοποθέτησή του στην Γενική Συνέλευση της ΕΑΣ Τρικάλων που πραγματοποιήθηκε το πρωί της Τρίτης, ο πρόεδρός της Αχιλλέας Λιούτας.
Μίλησε για τον βρώμικο πόλεμο που δέχθηκε και δέχεται η Ένωση, για τους μεγάλους συμβιβασμούς που πέτυχε με πιστωτές και τράπεζες διασφαλίζοντας το μέλλον της Ένωσης και για την προσπάθεια συγκεκριμένων κύκλων να «κλείσουν τη ΤΡΙΚΚΗ» η οποία αναπτύσσεται ραγδαία κατακτώντας ολοένα και μεγαλύτερα μερίδια στην αγορά γάλακτος.
«Για το ΤΡΙΚΚΗ» είπε ο Αχιλλέας Λιούτας «δεχόμαστε και όλον αυτόν τον πόλεμο. Αν είχε κλείσει η Ένωση ή αν ο Λιούτας και όλοι εσείς, είχαμε πουλήσει το ΤΡΙΚΚΗ τότε θα ήμουν καλός και δεν θα με σταύρωναν καθημερινά. Ο στόχος ήταν και είναι το ΤΡΙΚΚΗ. Το ήθελαν και το θέλουν. Μετά τη συμφωνία με την τράπεζα κατάλαβαν ότι το σενάριο να κλείσει η Ένωση και να πάρουν το ΤΡΙΚΚΗ από τον εκκαθαριστή δεν βγαίνει και γι’ αυτό επιστράτευσαν τους επαγγελματίες συκοφάντες για να με διαβάλουν. Τόσο εμένα όσο και την οικογένειά μου. Κάποια σκουλήκια που αυτοαποκαλούνται και συνεταιριστές ξημεροβραδιάζονταν στον προθάλαμο του υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης καταθέτοντας αστήριχτες και συκοφαντικές καταγγελίες και ζητώντας με τυλίξουν σε μια κόλλα χαρτί.
Τελικώς, πριν από τρεις εβδομάδες ευτυχώς ήρθε ο έλεγχος από το υπουργείο με το πόρισμα να είναι θριαμβευτικό για μας. Ξέρετε γιατί; Γιατί ότι κάνουμε το κάνουμε με ένα και μόνο γνώμονα: Το καλό του Συνεταιρισμού.
Πλέον δεν θα μείνουμε άπραγοι. Όσοι συκοφάντησαν και όσοι συμμάχησαν ακόμη και με το διάβολο για να πλήξουν τον Συνεταιρισμό θα λογοδοτήσουν στα δικαστήρια.
Το ΤΡΙΚΚΗ ήταν και θα παραμείνει συνεταιριστικό. Τα αποτελέσματά του μας δικαιώνουν. Ήδη ο τζίρος ξεπέρασε τα 20 εκατομμύρια ευρώ και επέστρεψε τα τελευταία χρόνια, σταθερά στην κερδοφορία. Είναι ο στυλοβάτης της Ένωσης στην οποία χρωστά την ύπαρξή του αφού αυτή ήταν που το πήρε πριν από τρεις περίπου δεκαετίες και το αναγέννησε από τις στάχτες του».
Στον μίνι απολογισμό της θητείας του ο Αχιλλέας Λιούτας τόνισε:
«Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που μπορώ εδώ σήμερα να απευθυνθώ στη Γενική μας Συνέλευση επιχειρώντας ένα σύντομο απολογισμό της τετραετίας που πέρασε ξεκινώντας με το κυρίαρχο γεγονός αυτής που προέκυψε πριν από λίγο καιρό. Την απόφαση της Τράπεζας να συμφωνήσει στη ρύθμιση των δανείων μας.
Ήταν η άμεση προτεραιότητα για το συνεταιρισμό μας. Η ρύθμιση των δανείων η οποία με απασχόλησε καθόλη τη διάρκεια της τετραετίας και η οποία αποδείχθηκε ένας πραγματικός γόρδιος δεσμός τον οποίο καταφέραμε να τον δρομολογήσουμε στην εκπνοή της θητείας μας.
Δυστυχώς όμως για μένα και τους συνεργάτες μου, δεν είχαμε μόνο αυτό το ζήτημα να λύσουμε.
Οι παθογένειες της λειτουργίας των συνεταιριστικών οργανώσεων σε συνδυασμό με τα ειδικότερα προβλήματα που αντιμετώπισε η ΕΑΣ Τρικάλων αλλά και το γενικότερο αρνητικό οικονομικό περιβάλλον, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό περιβάλλον το οποίο ήθελε άμεσες αποφάσεις και ευελιξία στη διαχείριση.
Τέτοιες αποφάσεις πήραμε με το καλημέρα της θητείας μας.
Αμέσως δρομολογήσαμε τη μεταφορά των κεντρικών γραφείων από την Ιουλιέτας Αδάμ στο Μεγαλοχώρι, προκειμένου να είμαστε κοντά στη διαχείριση του βαμβακιού που συνεισφέρει πάνω από το 50% των εσόδων μας. Η απόφαση ελήφθη τον Αύγουστο του 2013 και σε ένα μήνα ήμασταν στα νέα μας γραφεία ελέγχοντας αποτελεσματικότερα το σύνολο των δραστηριοτήτων μας.
Δυστυχώς, η έναρξη της νέας θητείας μας συνέπεσε με την έκδοση αρνητικών αποφάσεων για τις προπωλήσεις βαμβακιού την περίοδο 2008-2009. Έχοντας στα χέρια τους τις αποφάσεις της διαιτησίας του Λίβερπουλ κατάφεραν να εκδώσουν διαταγές πληρωμής μπλοκάροντας λογαριασμούς και θέτοντας σε κίνδυνο την κινητή και ακίνητη περιουσία του συνεταιρισμού μας.
Ήταν τότε που κληθήκαμε να πάρουμε άμεσες και δύσκολες αποφάσεις, όπως η δημιουργία της θυγατρικής ΙΚΕ ΤΡΙΚΚΗ και η προσωρινή ενοικίαση της Οξοποιίας και της AGROVIZ για να μη μας κατάσχουν τα προϊόντα αλλά και για να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι παραδόσεις προϊόντων τους, στις συνεργαζόμενες εταιρίες. Γι’ αυτές τις αποφάσεις που προστάτεψαν τον συνεταιρισμό μας και ανάγκασαν τους αντιδίκους να έρθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να βρούμε συμφωνία με λοιδόρησαν και εξακολουθούν να με λοιδορούν.
Και το κάνουν γιατί δεν τους έκανα το χατίρι να κλείσει η Ένωση, όπως είχαν προεξοφλήσει ακόμη και εντός της Ένωσης με κάποιους που βιάστηκαν να φύγουν για να αφήσουν τη βόμβα να σκάσει στα χέρια μου. Δεν τους έγινε το χατίρι και αυτό αποδείχθηκε τελευταία με την απόφαση για τη ρύθμιση των δανείων η οποία βρίσκεται στα δικαστήρια προς επικύρωση.
Η απόφαση αυτή της Τράπεζας δεν ήρθε χωρίς κόπο και προσπάθεια. Από το 2013 πραγματοποιήσαμε αμέτρητα ταξίδια στην Αθήνα για να τους πείσουμε ότι είμαστε βιώσιμοι και ότι μπορούμε να λειτουργήσουμε ως φυσιολογική επιχείρηση.
Στην αρχή μας αμφισβητούσαν έχοντας την εμπειρία άλλων συνεταιρισμών που λειτουργούσαν ως κομματικά παραμάγαζα. Χρειάστηκε να πάρουμε επώδυνες αποφάσεις για να τους πείσουμε ότι είμαστε για τα δύσκολα.
Μειώσαμε το μισθολογικό κόστος κάτω από το μισό. Η Ένωση κινδύνευε με λουκέτο και υπήρχαν κάποιοι που πίστευαν ότι μπορούσαμε ακόμη να δίνουμε 3.000 και 4.000 ευρώ τον μήνα. Θεωρούσαν ότι είναι βιώσιμο να παίρνουμε δάνεια από τις τράπεζες για να πληρώνουμε μισθούς και ασφαλιστικές εισφορές, όπως γίνονταν πριν διογκώνοντας τον δανεισμό μας. Έπρεπε να κοπεί ο δανεισμός από τις τράπεζες για να αντιμετωπίσουν την αλήθεια κατάματα. Κόψαμε από τα ρετιρέ όχι όμως και από τα… υπόγεια. Ανάλαβα τα κόστος και το πληρώνω ακόμη ενοχοποιούμενος από πολιτικούς αλλά και εσωκομματικούς αντιπάλους. Δεν με πειράζει όμως. Καλύτερα να είμαι ωφέλιμος παρά να τα έχω με όλους καλά.
Δεν ήταν όμως, μόνο αυτή η απόφαση που περιόρισε τις δαπάνες μας και μας κράτησε ζωντανούς.
Περιορίσαμε παντού τις δαπάνες.
-Στη συντήρηση των εκκοκκιστηρίων. Από 150.000 ευρώ που πληρώναμε για ένα μόνο εκκοκκιστήριο καταφέραμε με λιγότερα από 10.000 ευρώ να συντηρούμε δύο!
-Στη συντήρηση των υπολοίπων παραγωγικών μονάδων.
-Στις προμήθειες των αναλώσιμων. Ακόμη και για τα χαρτικά απαιτούνται εγκρίσεις για να αποφεύγεται κάθε είδους σπατάλη.
-Αγοράσαμε και εγκαταστήσαμε στο ΤΡΙΚΚΗ φουσκωτική μηχανή μειώνοντας δραστικά το κόστος της παραγωγής της τιμής μονάδας του ξυδιού.
Όλα αυτά τα αποδείξαμε στην Τράπεζα όχι στα λόγια αλλά στην πράξη με νούμερα και στοιχεία. Είμαστε η μοναδική ίσως επιχείρηση του μεγέθους μας που λειτουργούμε για έξι περίπου χρόνια χωρίς ούτε ένα ευρώ τραπεζικού δανεισμού. Ήμαστε η μόνη ίσως επιχείρηση που δεν έχασε λεφτά από τον Μαρινόπουλο. Αναγκάστηκαν να συγκρουστώ με τα διευθυντικά στελέχη για να βγάλουμε διαταγές πληρωμής και να εισπράξουμε πάνω από 2 εκ. ευρώ σε λιγότερο από δύο μήνες. Αν είχαμε χάσει αυτά τα λεφτά θα είχαμε προ πολλού μπει σε μεγάλες περιπέτειες.
Ενώ λοιπόν, είχαμε προχωρήσει σ’ αυτές τις δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις βρήκαμε μπροστά μας νέα εμπόδια για τη ρύθμιση των δανείων.
Μας ζήτησαν επιτακτικά να κλείσουμε την εκκρεμότητα με τη ΒΙΟΛΑΡ. Ήταν Απρίλιος του 2014 που μας το είπαν ορθά – κοφτά ή κλείνετε με τη ΒΙΟΛΑΡ ή δεν έχει συμφωνία, ενώ άλλα είχαμε συμφωνήσει προφορικά μήνες πριν. Αντιδράσαμε αλλά μετά και τις διαταγές πληρωμής αναγκαστήκαμε να συμβιβαστούμε. Και πάλι παρότι ήμασταν με την πλάτη στον τοίχο και «κούρεμα» πετύχαμε και δεκαετή διακανονισμό συμφωνήσαμε. Στην πορεία μάλιστα, δημιουργήσαμε σχέσεις εμπιστοσύνης με ΒΙΟΛΑΡ που πλέον αποτελεί συναλλασσόμενο συνεργάτη και του συνεταιρισμού μας.
Παρά το κλείσιμο της εκκρεμότητας η τράπεζα αρνούνταν να έρθει σε συμβιβασμό εγείροντας στην πορεία απαίτηση να κλείσουμε και με την ΜΠΑΜΒΟ. Τελικώς, συμβιβαστήκαμε και μ’ αυτούς πληρώνοντας συνολικά αυτά τα τρία χρόνια πάνω από 2 εκατομμύρια ευρώ.
Τελικώς, μετά από συνεχείς διαπραγματεύσεις για τα επιτόκια και για τη δημιουργία ενός «μπαλούν» το οποίο αφορά το μισό σχεδόν δάνειο που θα πληρώσουμε δέκα χρόνια μετά, ήρθαμε σε μια συμφωνία η οποία απ’ όλους τους γνώστες των τραπεζικών, θεωρείται ως μία από τις καλύτερες που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Όλα αυτά δεν έγιναν από μόνα τους. Τρέξαμε, παρακαλέσαμε και κυρίως πείσαμε ότι είμαστε βιώσιμοι. Κι αυτό γιατί τα δάνεια ήταν εγγυημένα, οπότε η τράπεζα είχε διασφαλισμένα τα λεφτά της».