Εγκαινιάστηκε το απόγευμα της Παρασκευής στην Gallery ALMA η Ατομική Έκθεση της Μαρίας Γιαννακάκη.
Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 5 Νοεμβρίου. Δείτε το αφιέρωμα ιστοσελίδας του πολιτισμού για την καλλιτέχνιδα:
«Ο κ. Μπονάρ επισκέπτεται την Αθήνα
Με τα στρογγυλά γυαλάκια του, ένα παλιομοδίτικο μουστακάκι και το ζωηρό βλέμμα του ανθρώπου που ανακαλύπτει καινούργια πράγματα, περιδιαβαίνει τα γύρω δρομάκια της Ακρόπολης. Προτού ταξιδέψει στην Ελλάδα, επισκέφθηκε πολλές χώρες, ανάμεσά τους την Ισπανία, την Τυνησία, την Αλγερία και την Ιταλία. Εδώ, όμως, σε αυτή τη διαύγεια του αττικού φωτός πήρε την απόφαση. Θα ξεμπερδέψει μια για πάντα με το Παρίσι και το καλλιτεχνικό κύκλωμα και θ’ αποτραβηχτεί στο γαλλικό Νότο, λίγο πιο πάνω από τις Κάννες. Εκεί, θα μπορεί αχόρταγα ν’ απολαμβάνει τον μεσογειακό ήλιο και να ζωγραφίζει αμέριμνος. Κι έτσι, συνεπαρμένος από την ιδέα της μετεγκατάστασης στη γαλλική επαρχία, ο εξηντάρης Πιερ Μπονάρ παίρνει κουράγιο και, παρά την κόπωση της πεζοπορίας, συνεχίζει με τον εξοπλισμό του να φωτογραφίζει ανθρώπους της Αθήνας.
Ένα φανταστικό «άλμπουμ» με εικόνες τραβηγμένες από το χέρι και το βλέμμα του περίφημου Γάλλου ζωγράφου, αποκάλυψε η Μαρία Γιαννακάκη στη νέα ενότητα έργων της. Στην ιστοριογραφία δε φαίνεται πουθενά ότι ο καλλιτέχνης (1867-1947) επισκέφθηκε πράγματι, τη χώρα μας. Ασχολήθηκε, όμως, με τη φωτογραφία και, σε μεγάλο βαθμό, υπήρξε απαραίτητο εργαλείο για τη ζωγραφική του. Ένα πολυκαιρισμένο λεύκωμα με φωτογραφίες του Μπονάρ από το χωριό Λε Κανέ και το σπίτι με τις πορτοκαλιές στον κήπο του, πυροδότησε αυτή τη φορά στο εργαστήρι της ελληνίδας δημιουργού, ένα «αθηναϊκό» αφήγημα μποναρικής έμπνευσης. Όπως ο μεταϊμπρεσιονιστής ζωγράφος αποτυπώνει στο φακό τους οικείους του, έτσι και η Γιαννακάκη τους μεταφέρει στον καμβά της με φόντο την Αθήνα.
Σαν έναυσμα πήρε αυτές τις φωτογραφίες, όπου γοητεύθηκε από τη σύνθεση κι έβαλε στοιχεία εντοπιότητας: όταν δεν υπάρχει το στοιχείο της Ακρόπολης, υπάρχει η συνέχεια της χρωματικής γκάμας του ζωγράφου, όπου κυριαρχούν τα θερμά χρώματα, τα κόκκινα, τα καφέ και τα κίτρινα. Κι ενώ κρατάει στοιχεία του φοβισμού, αυτό που είδε η Γιαννακάκη δεν είναι τόσο το ζωγραφικό του έργο, όσο τις φωτογραφικές του συλλήψεις. Ο Μπονάρ άνοιγε το διάφραγμα και πετύχαινε μια διαφορετική ποιότητα φωτός σε σημεία, βγάζοντας στις εικόνες του μια θολούρα. «Οι φωτογραφίες του είναι ένα είδος προσωπικής ονειροπόλησης» λέει η ζωγράφος που στο προσωπικό της ιδίωμα, έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να συνδεθεί στη συνείδηση του κοινού με αυτό το αίσθημα. «Δεν καταλαβαίνεις στην αρχή τι είναι, αλλά σε μαγνητίζει. Χώνεται η μία φιγούρα μέσα στην άλλη» συμπληρώνει, με το εύρος μιας καλειδοσκοπικής ματιάς που εκκινεί από τη φωτογραφία και ρέει στον καμβά.
Σε στιγμιότυπα απολύτως ζωγραφικά, η Γιαννακάκη επινόησε το αποτύπωμα αυτής της ζωής, επιχειρώντας να μεταγράψει εν τέλει, όχι απλώς τον κόσμο του Μπονάρ, αλλά το αποτύπωμά του στη ζωγραφική. Τα έργα του μοιάζουν με υπόσχεση ευτυχίας και με το χρώμα που εκπέμπουν, δημιουργούν μια Εδέμ ευδαιμονίας. Η μεταγραφή του φωτός σε χρώμα και η χαρά της καθημερινής ζωής αποτυπώνεται, σχεδόν, σε όλα του τα έργα. Σαν «κληροδότημα», λοιπόν, η Γιαννακάκη, χωρίς να απαρνείται τα δικά της εικαστικά μέσα, όπως το μετάξι ή τη σινική μελάνη, βάζει πιο πολύ χρώμα. Δεν είναι μόνο πράξη σεβασμού στο μεγάλο ζωγράφο, αλλά και ένα ωραίο παιχνίδι που τεχνοτροπικά της πηγαίνει.
Η Γιαννακάκη εξύφανε την ιστορία του Μπονάρ στην κόψη της μυθοπλασίας και της ζωγραφικής «ιστόρησης» που δίδαξε ο Γάλλος μάστορας. Μας παρέδωσε τον δικό της «φόρο τιμής» που μοιάζει περισσότερο με μικροϊστορία σε μεγέθυνση. Πρόκειται για σπαράγματα μεγάλης εικαστικής ευαισθησίας και θραύσματα αποκομμένου χρόνου, όπου η δύναμή τους είναι η ίδια αποσπασματικότητά τους. Και η μεγάλη τους αφηγηματική ικανότητα συμπυκνώνεται σε αυτό που έχει περιγράψει ο Παναγιώτης Τέτσης: τα έργα της Γιαννακάκη δημιουργούν κλίμα αγάπης για πολλούς προς την αυθεντική και οικεία έκφραση. Με τρόπο δεξιοτεχνικό, μας προσφέρει μια ενότητα έργων, που θυμίζει τη ζεστασιά από τα πολυκαιρισμένα και φθαρμένα από τα προγονικά χέρια που έχουν τα οικογενειακά άλμπουμ. Το τραπέζι της Κυριακής, τα παιδικά πρόσωπα, όλα βγάζουν μια ατμόσφαιρα γιορτινή. Η ζωγραφική της είναι ένα δοξαστικό της χαράς».
alma
Contemporary Art Gallery
Άννης Κομνηνής & Καρανάσιου 13
42131, Τρίκαλα
τηλ./ fax.:: +30 2431074586
almagallery@gmail.com
www.galleryalma.com
Ώρες Λειτουργίας:
Τρίτη, Πέμπτη & Σάββατο: 10:00-14:00
Τετάρτη & Παρασκευή: 10:00-14:00 & 18:00-21:00