Νίκος Μουστάκας- Μεταπτ.φοιτ. Διεθνών Διαπραγματεύσεων ΟΠΑ
Έχοντας ήδη παρακολουθήσει όλοι μας τη συζήτηση στη Βουλή και έχοντας διαβάσει ήδη αρκετά άρθρα και αναλύσεις για την ελληνογαλλική συμφωνία, θα γίνει προσπάθεια στις παρακάτω γραμμές να υποστηριχτεί μια εναλλακτική προσέγγιση της συμφωνίας. Ξεκινώντας λοιπόν αυτή την προσπάθεια ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Το διεθνές περιβάλλον
Η συγκεκριμένη συμφωνία με τα 31 άρθρα έρχεται σε μια συγκυρία όπου οι αλλαγές στο διεθνές στερέωμα είναι συνεχόμενες. Η Γερμανία μετά την Μέρκελ ψάχνει να βρεί ξανά τα πατήματα της μέσω μιας διαφορετικής κυβέρνησης συνεργασίας. Η ανοργάνωτη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν που δημιούργησε προβλήματα στην ευρύτερη περιοχή. Η υπογραφή του Συμφώνου άμυνας και ασφάλειας AUKUS μεταξύ των ΗΠΑ, Αγγλίας και Αυστραλίας που τάραξε τα νερά της παγκόσμιας στρατηγικής άμυνας και ασφάλειας των τριών χωρών δημιουργώντας ένα τόξο συνεργασίας. Η σκληρή γλώσσα που χρησιμοποίησε αυτές τις μέρες ο πρόεδρος Μπάιντεν για την Τουρκία, ότι δηλαδή υπονομεύει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Η κρίση στην ενέργεια που από ό,τι φαίνεται θα είναι διαρκής με την Ρωσία να βρίσκει πάλι ένα πεδίο χειραγώγησης καταστάσεων. Η εμπλοκή της Τουρκίας σε πολλά πολεμικά ανοιχτά μέτωπα που διαφαίνεται πως δεν κερδίζει τελικά τόσα όσα περίμενε και η καθαρή πλέον σε Διεθνείς Οργανισμούς αμφισβήτηση της ελληνικής επικράτειας μέσω αμφισβήτησης της κυριαρχίας, ενώπιον του ΟΗΕ, έναντι ελληνικών νησιών. Το παράθυρο ευκαιρίας που βρίσκει η Γαλλία για να παίξει ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη, εξαιτίας της αδράνειας του ΝΑΤΟ και την απροθυμία μελών του να βάλουν ουσιαστικό φρένο στον Ερντογάν. Οι θετικές συμφωνίες για ΑΟΖ της Ελλάδας με γειτονικές χώρες όπως Αίγυπτο, Ιταλία και οι στρατηγικές σχέσεις με Ισραήλ και Κύπρο. Όλα τα παραπάνω δεν είναι τίποτα άλλο από την αποτύπωση της ραγδαίας ανακατάξης των συσχετισμών που λαμβάνει χώρα, γεγονός που δίνει στη συμφωνία ακόμα μεγαλύτερη αξία για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που θα προκύψουν για την Ελλάδα με πολύ καλύτερους όρους σε σχέση με την ανυπαρξία της συμφωνίας.
Το ευρωπαικό περιβάλλον
Σε ευρωπαικό επίπεδο παρατηρείται μια πλήρης ακινησία της Ευρωπαικής μηχανής μέχρι την οριστικοποίηση της Κυβέρνησης της Γερμανίας και την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων της. Σε αυτή την χρονική στιγμή η Γαλλία, έχοντας δείξει από καιρό τις ηγετικές της βλέψεις υπό την προεδρία Μακρόν και έχοντας πιεστεί πολιτικά από την ακύρωση της συμφωνίας με την Αυστραλία, επεδίωξε την ενεργέστερη συνεργασία για το κλείσιμο της συμφωνίας με την Ελλάδα που διαπραγματευόταν εδώ και καιρό σε χαμηλούς όμως τόνους. Αυτό βέβαια έγινε και με την παρότρυνση των ΗΠΑ, οι οποίες αφού έστρεψαν το βλέμμα τους για λίγο από την Ανατολική Μεσόγειο, προς τον Ινδικό Ωκεανό και την Κίνα, έδωσαν χώρο στη Γαλλία να παίξει ένα σημαντικότερο ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή. Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει σαφές πως η ανάκαμψη της Γερμανίας ίσως δημιουργήσει πάλι κάποια ζητήματα σχετικά με την αντιμετώπιση της Τουρκικής συμπεριφοράς καθώς όσο διαφορετική και αν είναι η κυβέρνηση, στα μεγάλα ζητήματα, όπως αυτό της Τουρκίας, είναι αρκετά πιθανό να μην υπάρχουν μεγάλες αλλαγές. Η κρίση ενέργειας βέβαια έρχεται να προστεθεί στα προβλήματα που οφείλει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη, πάλι συλλογικά, καθώς δίνει μια τεράστια ευκαιρία πλέον στην Ρωσία να πιέσει χώρες και οργανισμούς για την εξυπηρέτηση δικών της σκοπών. Αν εδώ προσθέσουμε την συνεργασία με την Τουρκία, διαφαίνεται πως η ενεργειακή κρίση δημιουργεί μία επιπλέον πίεση στην Ευρώπη για να μην δώσει ευκαιρία στην Ρωσία να χειραγωγήσει την Ευρώπη άνευ όρων, κάνοντας ταυτόχρονα παιχνίδια με χώρα μέλος του ΝΑΤΟ και σημαντική δίοδο στην Μέση Ανατολή.
Ελλάδα, Τουρκία, Κύπρος
Σε όλα τα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και το υποπεριβάλλον της περιοχής που εκτείνεται από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μέχρι την Ελλάδα. Εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι μέχρι στιγμής οι κινήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου με σύναψη συμφωνιών και τριμερών και τετραμερών συνεργασιών με κράτη της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου όπως Αίγυπτο, Ην.Αρ.Εμιράτα, Ισραήλ, Ιταλία και οι συσκέψεις των μεσογειακών χωρών έχουν καταφέρει άλλοτε λεκτικά άλλοτε και διπλωματικά να απομονώσουν την Τουρκία και να καταδείξουν την παράλογη και εχθρική συμπεριφορά της απέναντι σε χώρες του ΝΑΤΟ και γενικότερα της Ευρωπαικής Ένωσης. Η παντελής περιφρόνηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, οι προκλήσεις στο Αιγαίο, οι θεωρίες περί γαλάζιας πατρίδας, η χειραγώηγση του μεταναστευτικού και οι επιθέσεις κατά καιρούς σε προέδρους ευρωπαικών χωρών δείχονυ μία Τουρκία η οποία καμία σχέση δεν έχει με την έννοια της θεωρίας περί “καλής γειτνίασης”. Και για να γίνει πιο ξεκάθαρο αυτό οφείλουμε να αποσαφηνίσουμε με τον κατηγορηματικό τρόπο ότι η Τουρκία ούτε θέλει, ούτε ήθελε ποτέ ένταξη στην Ευρωπαική Ένωση ούτε καν προνομοιακή σχέση με κράτη της. Θέλει απλά και ξεκάθαρα εμπορική και οικονομική διείσδυση καθώς και δικαιολογία και πάτημα για να προχωρήσει στη προσπάθεια διαμοιρασμού των πλουτοπαραγωγικών περιοχών του Ανατολικού Αιγαίου. Όμως, πλέον εξαιτίας της πίεσης που δέχεται ο Ερντογάν λόγω των εκλογών που πλησιάζουν στην Τουρκία, της ελληνογαλλικής συμφωνίας που ορίζει ότι σύντομα θα παραλάβει η Ελλάδα τις πρώτες φρεγάτες και άλλα εξοπλιστικά προγράμματα με αποτέλεσμα της ανατροπή της ισορροπίας ισχύος, αλλά και εξαιτίας της αυξανόμενης ροπής της Δύσης και της αγοράς εν γένει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπου καθιστούν το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αχρείαστο σε μερικά χρόνια, βρίσκεται με την πλάτη στο τοίχο. Και μόνη διέξοδος, ίσως πιο ευάλωτη, όπου εκεί θα παίξει τα ρέστα της είναι η Κύπρος όπου έχει φανεί εδώ και καιρό ποια είναι η στόχευσής της. Η διχοτόμηση της και η εκμετάλλευση των πηγών της. Αν τώρα ξανακάνει το λάθος να ξαναζητήσει εξοπλιστικά από την Ρωσία όπως φημολογείται για τα F-16 και για άρματα μάχης, είναι ηλίου φαεινότερον ότι οδεύουμε σε ταραγμένες μέρες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Συνεπώς, δύο είναι τα ζητήματα και καμία σχέση δεν έχουν ούτε με τους επιμέρους αστερίσκους περί κόστους ή άλλων φτηνών δικαιολογιών περί κακού παρελθόντος μιζών και προμηθειών ούτε με το αν κάποιος στηρίζει την κυβέρνηση ή όχι. Ένα ζήτημα λοιπόν είναι η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος που αποκτά η Ελλάδα με τη εξοπλιστική αναβάθμιση και ένα δεύτερο η αντιμετώπιση, με πολύ καλύτερους όρους και ισχυρότερο πλαίσιο ασφαλείας, των προκλήσεων του μέλλοντος στην ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και όχι μόνο. Τα παραπάνω βέβαια, δεν πρέπει να μας καθυσηχάσουν και να θεωρηθούν ως μοναδική και απροσπέλαστη ασπίδα προστασίας ανά πάσα στιγμή, καθώς σε κάθε περίπτωση στην αρχή ενός επεισοδίου θα είμαστε μόνοι μας έναντι της Τουρκίας και θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αυτό. Συνεπώς, οι συμφωνίες, οι αμυντικές συνεργασίες, ο διπλωματικός μαραθώνιος, η τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και η ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ισχύος θα πρέπει να αποτελούν τους άξονες πάνω στους οποίους θα οικοδομήθεί η αποτελεσματικότερη ασφάλεια της χώρας.