Τοπικά

Κριτική στη θεατρική παράσταση “Μαρία Πενταγιώτισσα”

Του Ηλία Γιαννακόπουλου, φιλολόγου

Το τρικαλινό κοινό ευτύχησε την Πέμπτη 7 Ιουνίου να παρακολουθήσει στο πνευματικό κέντρο τη θεατρική παράσταση «Μαρία Πενταγιώτισσα».

Το έργο του Μέντη Μποσταντζόγλου, κατάλληλα διασκευασμένο, παρουσιάζει τη ζωή και τη «δράση» της Μαρίας Πενταγιώτισσας ως γυναίκας, ως ερωμένης, ως κοπέλας, ως όμορφης αλλά και ως αγωνίστριας (λησταρχίνας;)

Για πολλούς η Μαρία Πενταγιώτισσα είναι πρόσωπο που κινείται στο χώρο του μύθου. Αυτό είναι πλάνη. Υπήρξε ιστορικό – φυσικό πρόσωπο (1821-1885) και η πολυσχιδής ζωή της ξεπέρασε τα τοπικά όρια της ιδιαίτερης πατρίδας της (Πενταγιοί Φωκίδας) αλλά και τα δεσμά του χρόνου.

Έτσι η ζωή και η ομορφιά της έγιναν θεατρικό έργο, ποίημα μάλλον αλλά και τραγούδι «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παληκάρια».

Το έργο κινείται ανάμεσα στο δραματικό ειδύλλιο και σε μια ξεκαρδιστική, υπερεαλιστική κωμωδία. Ενέχει πολλά στοιχεία του λαϊκού θεάτρου κι ας έχει ως συγγραφέα κάποιον επώνυμο. Η διασκευή – έργο του Γιάννη Μποσταντζόγλου και της σκηνοθέτιδας Σίας Φαράκη – κατορθώνει να προβάλλει με ενάργεια τόσο την οθωνική περίοδο όσο και τη σύγχρονη με αναφορές σε γεγονότα και πρόσωπα που διαμόρφωσαν την κοινωνική πραγματικότητα.

Η εκρηκτική ερωτική ζωή της Μαρίας της Πενταγιώτισσας συνιστά την αφετηρία αλλά και το κατάλληλο πλαίσιο να αναδειχτούν οι ανθρώπινες αδυναμίες, η καθημερινότητα των ανθρώπων, η ματαιοδοξία, η τυραννική πίεση της κοινής γνώμης, η καταπίεση των γυναικών, η κρατική εξουσία αλλά και ο φεμινισμός «εν τη γενέσει» του.

Όλα αυτά αισθητοποιούνται και προσλαμβάνονται όχι ως μια κακόγουστη εξιστόρηση ή διδαχή αλλά ως μια πραγματικότητα που τη βιώνει ο θεατής ως κάτι οικείο της καθημερινότητάς του. Το γέλιο εναλλάσσεται με τον προβληματισμό, και το εύθυμο με το σοβαρό. Θίγονται πράξεις και συμπεριφορές ανθρώπων που άλλοτε λειτουργούν ως άτομα και άλλοτε ως φορείς κάποιου κοινωνικού ρόλου ή εξουσίας (σύζυγος, ιερέας, χωροφύλαξ, αδελφός…). Πράξεις και συμπεριφορές που ανατέμνουν τον εσώτερο κόσμο του ανθρώπου αλλά και τις βαθύτερες δομές της κοινωνίας.

Σε όλα τα παραπάνω συνέβαλαν τα «μάλα» τόσο η σκηνοθέτης Σία Φαράκη όσο και οι ηθοποιοί. Ο καθένας προσπάθησε να αποδώσει με πειστικότητα (όλοι ερασιτέχνες…) το ρόλο που υποδυόταν.

Ωστόσο την παράσταση και το γέλιο «έκλεψαν» οι δύο εκδοχές της Μαρίας της Πενταγιώτισσας. Ο κ. Βασίλης Τσεκούρας ως Μαρία Πενταγιώτισσα σε νεανική ηλικία και ο ασυναγώνιστος Θωμάς Χαχάμης ως γιαγιά – γριά. Και οι δυο κατόρθωσαν να λειτουργούν ως δρώντα πρόσωπα (θεατρικός ρόλος) αλλά και ως φυσικά πρόσωπα (κοινωνικός ρόλος). Άμεσα αναγνωρίσιμοι και οι δυο από το τρικαλινό κοινό προκαλούσαν μια sui generis επικοινωνία με κυρίαρχα στοιχεία την αμεσότητα και οικειότητα.

Γρήγορα, δηλαδή, διαμορφώθηκε ένας κώδικας επικοινωνίας της σκηνής με την πλατεία που υπερέβαινε τις αυστηρές προδιαγραφές του κειμένου και τις σκηνοθετικές φροντίδες της σκηνοθέτιδας. Η αυθεντικότητα των μορφών των δυο ηθοποιών λειτουργούσε ως μαγνήτης κι έτσι η πολλαπλότητα των μηνυμάτων του έργου ασκούσε μια εξουσία επιτρεπτή στους θεατές.

Οι εκφραστικές δυνατότητες των δυο αυτών ηθοποιών και η ελευθερία των κινήσεών τους απογείωναν την παράσταση αναγκάζοντας τους θεατές να παραβλέψουν τις όποιες σκηνοθετικές ατέλειες ή αρρυθμίες των πρωταγωνιστών (ο υποβολέας δεν έμεινε άνεργος – άπραγος).

Ο θεατής παρακολουθώντας το θέαμα αναγνωρίζει στο σκηνικό ήρωα το πραγματικό πρόσωπο του ηθοποιού κι απευθύνεται σε αυτόν όπως στην καθημερινότητα καταργώντας έτσι την απόσταση ανάμεσα στην πλατεία και τη σκηνή. Με άλλα λόγια υπήρξε μια γόνιμη ανατροφοδότηση μεταξύ ηθοποιών και θεατών που συνιστά και το βασικό στοιχείο αυτών των παραστάσεων. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω η ώσμωση των δυο επιπέδων, του θεατρικού και του πραγματικού και η συνακόλουθη αντικατάσταση του ενός από το άλλο.

Οι ηθοποιοί κατόρθωσαν να απελευθερωθούν από το ρόλο τους και να απευθυνθούν στο κοινό όχι ως ήρωες του έργου, αλλά ως καθημερινά πρόσωπα. Έτσι όλοι αποτέλεσαν μια παρέα μέσα από κάποιους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών αλλά και μέσα από την επιεική στάση των θεατών σε κάποιες υποκριτικές αδυναμίες των πρωταγωνιστών.

Το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών δεν ήταν τόσο η καλλιτεχνική απόλαυση και η αισθητική ανάταση αλλά η βίωση αισθημάτων που βοηθούν το θεατή – να εκδηλώσει αβίαστα όσα δεν τον επιτρέπουν οι κοινωνικές συμβάσεις.

Η παράσταση ευτύχησε να είναι προσεγμένη σκηνογραφικά, χορογραφικά και μουσικά.

Τέτοιες προσπάθειες πρέπει να βοηθηθούν – υλικά και ηθικά – γιατί προάγουν τον τοπικό πολιτισμό κι αναδεικνύουν την αξία της αυτό-οργάνωσης και του ερασιτεχνικού – λαϊκού θεάτρου.

Εξάλλου ζούμε στη χώρα των «θεωρικών» και δεν έβλαπτε μια πιο γενναία επιχορήγηση τέτοιων θεατρικών σχημάτων, όπως του Ε.Λ.Ο.Κ και του θεατρικού εργαστηρίου της Σίας Φαράκη.

 Θες να μαθαίνεις πρώτος τα νέα από το TrikalaVoice.gr;

  Κάνε λήψη από το App Store
  Διαθέσιμο στο Google Play
  Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
  Ακολούθησε μας στο Instagram
  Ακολούθησε μας στο Twitter

Διαβάστε επίσης