Τοπικά

“Στην εποχή του Τραμπ”

Συντάκτης: 
Σωτήρης Χατζηγάκης
Μέχρι πρότινος και από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ καθοριζόταν από την αρχή της «ανάσχεσης». Πατέρας του δόγματος της ανάσχεσης υπήρξε ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζορτζ Κέναν με το περίφημο «μακρύ γράμμα», όπως επικράτησε να λέγεται η αναφορά του για τη Σοβιετική Ενωση προς την Ουάσινγκτον.

Ετσι, οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ενωση από σύμμαχοι κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετατράπηκαν σε σκληρούς ανταγωνιστές ενός επικίνδυνου Ψυχρού Πολέμου, με μικρές περιόδους ύφεσης. Η στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου επισφραγίζεται στην Ευρώπη με τον όρο «σιδηρούν παραπέτασμα», όπως χαρακτήρισε ο Τσόρτσιλ τη νοητή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και των δορυφόρων της από τη μία και από την άλλη τα κράτη του ΝΑΤΟϊκού συνασπισμού.

Το πρώτο βήμα περιορισμού της Σοβιετικής Ενωσης ήταν το δόγμα Τρούμαν. Ακολούθησε η οικονομική παλινόρθωση της Δυτικής Ευρώπης με το Σχέδιο Μάρσαλ και η στρατιωτική συνεργασία των δυτικών δημοκρατικών κρατών με τη δημιουργία του ΝΑΤΟ το 1949. Το 1950 ο Τρούμαν επέβαλε ακόμη αυστηρότερη οικονομική πολιτική μετατρέποντας την αρχική ιδέα του Κέναν από παθητική σε ενεργητική «συγκρουσιακή».

Η πτώση του «τείχους του Βερολίνου» ανατρέπει τα δεδομένα, χωρίς βέβαια να έχει επέλθει «το τέλος της Ιστορίας», όπως λανθασμένα είχε σπεύσει να προβλέψει ο Φουκουγιάμα. Εν τω μεταξύ η Ιστορία έχει ήδη προχωρήσει στον δρόμο της παγκοσμιοποίησης. Ως να δόθηκε, λοιπόν, από κάποιο αόρατο χέρι ένα σήμα και τα μεγαλύτερα κέντρα της μητροπολιτικής Δύσης απελευθέρωσαν κάθε φραγμό στη δραστηριότητα του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ο κόσμος σύντομα μετατράπηκε σ’ ένα απέραντο «μικρό χωριό» κατά τον ορισμό του Μακλούαν. Κατά την περίοδο της παγκοσμιοποίησης άρχισαν να σχηματίζονται μεγάλα παγκόσμια σύνολα κρατικών οντοτήτων.

Στην κούρσα του οικονομικού ανταγωνισμού και της παγκοσμιοποίησης ξεχώρισαν δύο μεγάλα σύνολα: η Γερμανία που υπέταξε οικονομικά την Ευρώπη και η Κίνα. Αυτές επιβλήθηκαν σταδιακά στον κόσμο και αποτελούν σήμερα σοβαρή απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα. Αντίθετα, κατά τη μετακομμουνιστική εποχή υποβαθμίστηκε η Ρωσία, και δεν αποτελεί πλέον το «αντίπαλον δέος» για την Αμερική.

Αντίθετα, αποτελεί δυνητική απειλή για τη Γερμανία, στην οποία θέτει φραγμούς στα κυριαρχικά της σχέδια στην Ευρώπη. Η Ρωσία δεν είναι σήμερα η κραταιά Σοβιετική Ενωση – η δεύτερη δηλαδή παγκόσμια υπερδύναμη και η βασική αντίπαλος της Αμερικής. Θα μπορούσε λοιπόν (και θα είχε συμφέρον) η χώρα του Πούτιν να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ και να παίξει μαζί τους «ανασχετικό» ρόλο απέναντι στην ανερχόμενη και απειλητική Κίνα.

Με τη διακήρυξη του Τραμπ «πρώτα η Αμερική», εύλογα συμπεραίνει κανείς ποιες δυνητικά θα είναι οι νέες προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Πρώτη προτεραιότητα θα είναι η «ανάσχεση» της Κίνας, ιδιαίτερα μάλιστα με την αυξανόμενη επιρροή της στη ζώνη του Ειρηνικού. Δεύτερη θα είναι η «ανάσχεση» της οικονομικής ηγεμονίας της Γερμανίας, η οποία έχει μεταβάλει την Ευρώπη από πεδίο συνεργασίας των λαών της σε χώρο κυριαρχίας της επ’ αυτών. Από τη νέα αυτή Ευρώπη ωφελείται η Γερμανία, κατ’ αρχάς οικονομικά με τη συνεχή δημιουργία πλεονασμάτων -τα οποία έφτασαν τα 300 δισ. φέτος- αλλά και αμυντικά, αφού η άμυνά της εξασφαλίζεται από το ΝΑΤΟ με αυξημένα κονδύλια από τις ΗΠΑ.

Με βάση αυτή την αρχιτεκτονική, η εξωτερική πολιτική της Αμερικής στοχεύει στην ελαχιστοποίηση των οικονομικών και στρατιωτικών επιβαρύνσεών της και στη μεταφορά ενός μεγάλου μέρους της δαπάνης στην Ευρώπη και κυρίως στη Γερμανία. Με το δόγμα αυτό η πολιτική Τραμπ θα επιδιώξει ευθέως την ανατροπή τού σε βάρος της εμπορικού ισοζυγίου με την Κίνα και τη Γερμανία, οι οποίες αποτελούν πλέον σήμερα τις δύο μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου μετά τις ΗΠΑ. Μερικά στοιχεία που αφορούν τις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας: το 2016 οι εξαγωγές της Κίνας προς τις ΗΠΑ έφτασαν τα 430 δισ. δολάρια και οι εισαγωγές της τα 105 δισ.

Με την πολιτική του απομονωτισμού, το αποτέλεσμα για την Κίνα θα είναι να μειωθούν τα έσοδά της από το εμπόριο με τις ΗΠΑ με αποτέλεσμα να μειωθεί η συνολική οικονομική της ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η κατάργηση της Εμπορικής Συνεργασίας εκατέρωθεν του Ειρηνικού (Trans-Pacific Trade Partnership – TPP) θα ενδυναμώσει τις σχέσεις της Κίνας με τους ασιατικούς της γείτονες, ενώ θα εξασθενίσουν οι δεσμοί των ΗΠΑ με τις χώρες του Ειρηνικού.

Οσον αφορά τη Γερμανία: ως γνωστόν, οι ΗΠΑ αποτελούν την πιο σημαντική αγορά, και οι εξαγωγές της χώρας αυτής κινούνται ανοδικά κάθε χρόνο. Επίσης, κολοσσιαίες γερμανικές επιχειρήσεις και τράπεζες (Volkswagen, Deutsche Bank, Bayer κ.λπ.) εξαρτώνται από την πολιτική που θα ακολουθήσει ο Τραμπ, γιατί έχουν με τις ΗΠΑ ανοιχτούς λογαριασμούς.

*Οι σκέψεις αυτές αναπτύσσονται στο νεοεκδοθέν βιβλίο του Σ. Χατζηγάκη «Η Ελλάδα Ανάποδα: Αίτια, πρωταγωνιστές και προοπτικές», Εκδόσεις της Εστίας

**πρώην υπουργός – συγγραφέας

(το άρθρο δημοσιεύτηκε στην “Εφημερίδα των Συντακτών”)

 Θες να μαθαίνεις πρώτος τα νέα από το TrikalaVoice.gr;

  Κάνε λήψη από το App Store
  Διαθέσιμο στο Google Play
  Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
  Ακολούθησε μας στο Instagram
  Ακολούθησε μας στο Twitter

Διαβάστε επίσης