Συνέντευξη στη μεγαλύτερη Γερμανική εφημερίδα που εξειδικεύεται στα
θέματα λιανικού εμπορίου, Lebensmittel Zeitung, παραχώρησε ο Υφυπουργός
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Σκρέκας. Ο κ. Σκρέκας παρουσίασε τη στρατηγική της Κυβέρνησης για την ενίσχυση του ελληνικού αγροδιατροφικού τομέα, αναφέρθηκε στην υψηλή ποιότητα των Ελληνικών
αγροτικών προϊόντων και υπογράμμισε τις εξαιρετικές προοπτικές ανάπτυξης
της Ελληνογερμανικής συνεργασίας στην αγροτική παραγωγή και το εμπόριο.
Ακολουθεί αναλυτικά το κείμενο της συνέντευξης:
– Ποια είναι η στρατηγική της νέας Ελληνικής κυβέρνησης για τη στήριξη
της ανάπτυξης και της επιτυχίας του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα;
Η Κυβέρνηση πιστεύει ότι ο αγροδιατροφικός τομέας μπορεί να αποτελέσει
έναν από τους καταλύτες για την ανασυγκρότηση και την ισχυρή ανάπτυξη
της Ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την
αγροτική παραγωγή, επιδιώκουμε την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των
ελληνικών προϊόντων μέσα από μια ολοκληρωμένη, περιβαλλοντικά υπεύθυνη,
πολιτική για τη μείωση του κόστους παραγωγής σε μόνιμη και σταθερή βάση.
Η Κυβέρνηση εργάζεται επίσης στο θέμα της ανάπτυξης μιας Εθνικής
Στρατηγικής για την Έρευνα και την Καινοτομία, καθώς και για την ανάληψη
ερευνητικών δράσεων γύρω από τις επιστήμες των Τροφίμων και της
Διατροφής. Με τον τρόπο αυτό πρόκειται να βελτιστοποιηθεί η ανάπτυξη
νέων προϊόντων και διαδικασιών ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα στις
σύγχρονες ανάγκες των καταναλωτών.
– Ποια είναι τα πλεονεκτήματα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων σε
σύγκριση με τον ανταγωνισμό;
Ο Ελληνικός αγροδιατροφικός τομέας έχει μία ιδιαίτερη δυναμική. Έχει
σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στους
όρους και τις συνθήκες που επικρατούν στο σκληρό διεθνές ανταγωνιστικό
περιβάλλον. Στη δυναμική αυτή συνεισφέρουν τόσο τα υψηλής ποιότητας
αγροτικά προϊόντα όσο και η ειδική διατροφική αξία ορισμένων προϊόντων
της γνωστής μεσογειακής διατροφής, όπως το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο
και οι ελιές, το γιαούρτι, η Φέτα, τα ψάρια, τα φρούτα και λαχανικά
καθώς και το μέλι.
Το Ελληνικό ελαιόλαδο ξεχωρίζει ποιοτικά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, αφού πάνω
από το 80% της ετήσιας παραγωγής ανήκει στην κορυφαία κατηγορία του
εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου. Οι μοναδικές γεύσεις και τα πλούσια
αρώματα των προϊόντων της ελληνικής γης επιτυγχάνονται μέσω του
συγκριτικά χαμηλού βαθμού βιομηχανοποίησης της Ελληνικής γεωργίας.
Πέραν αυτού, η διασύνδεση των αγροτικών προϊόντων με το τουριστικό
προϊόν έχει αξιοσημείωτη θετική επίδραση στις άμεσες πωλήσεις στο
εσωτερικό της χώρας, αλλά και στις εξαγωγές. Ο επισκέπτης της Ελλάδας
όταν επιστρέφει στη χώρα του θα αναζητήσει αυτά τα προϊόντα στη χώρα
του.
– Τι ρόλο παίζουν οι ιδιαίτερες γεωγραφικές συνθήκες για την ποιότητα
των προϊόντων;
Η Ελλάδα παρουσιάζει εξαιρετική ποιότητα υδάτων και εδάφους. Συνεπώς, τα
προϊόντα μας, γεωργικά και κτηνοτροφικά, είναι καθαρά και ασφαλή. Η
ανάγκη να διατηρήσουμε τις ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες,
προκειμένου να προστατεύσουμε τα μοναδικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των
Ελληνικών προϊόντων, είναι ένας από τους κυριότερους λόγους για τον
οποίο προωθούμε μια συνεκτική πολιτική για την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής, ώστε να είμαστε σε θέση να υποστηρίξουμε καλύτερα τα
μοναδικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των αγροτικών μας προϊόντων.
Ενθαρρύνουμε ιδιαίτερα τη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για να
μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα της αγροτικής δραστηριότητας.
– Πώς μπορεί το γερμανικό λιανεμπόριο τροφίμων να βοηθήσει την ελληνική
οικονομία με βιώσιμο τρόπο;
Θέλουμε να δούμε στο ράφι των γερμανικών σούπερ μάρκετ περισσότερες
επώνυμες ελληνικές ετικέτες, όχι μόνο ελαιόλαδο, γιαούρτι, κρασί και
ούζο αλλά και άλλα δημοφιλή προϊόντα. Είμαστε της άποψης ότι η Γερμανική
αγορά έχει ανάγκη από αυθεντικά ελληνικά προϊόντα διατροφής.
Ενθαρρύνουμε τη συνεργασία των γερμανικών λιανεμπορικών επιχειρήσεων με
τους Έλληνες παραγωγούς και προχωράμε σε όλες τις αναγκαίες ρυθμίσεις
για την περαιτέρω ανάπτυξη του διμερούς εμπορίου. Στόχος μας είναι να
αυξήσουμε περαιτέρω τις εξαγωγές και να προσφέρουμε στον Γερμανό
καταναλωτή μια ευρεία γκάμα ποιοτικών επιλογών σε τιμές που θα
αντανακλούν την αξία των προϊόντων.
Θέλουμε και οι δύο πλευρές να είναι κερδισμένες: Από τη μια πλευρά, ο
Γερμανός καταναλωτής να έχει τη δυνατότητα να αγοράζει το γνήσιο
ελληνικό προϊόν και από την άλλη οι Έλληνες παραγωγοί να διαθέτουν τα
προϊόντα τους σε μια μεγάλη οργανωμένη αγορά όπου κυριαρχούν οι κανόνες
του υγιούς ανταγωνισμού.
Η αύξηση των πωλήσεων Ελληνικών προϊόντων σε μια ιδιαίτερα απαιτητική
αγορά όπως είναι η Γερμανία, είναι η καλύτερη απόδειξη ότι οι ελληνικές
επιχειρήσεις αξίζουν να επεκταθούν στο εξωτερικό. Οι προϋποθέσεις του
θέτει το γερμανικό λιανεμπόριο μπορούν να αποτελέσουν έναν πολύτιμο
οδηγό ανάπτυξης για τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων στην Ελλάδα. Οι
Έλληνες αγρότες σέβονται τον καταναλωτή και εφαρμόζουν αυστηρά ποιοτικά
κριτήρια σε όλο το φάσμα της παραγωγής. Η Κυβέρνηση έχει ήδη καταστήσει
ξεκάθαρο ότι δεν θα ανεχθεί εμπορικές πρακτικές που μπορεί να
υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών απέναντι στo brand name
«Ελλάδα».
– Υπάρχουν προγράμματα που εφαρμόζονται μαζί με τα γερμανικά θεσμικά
όργανα και οργανώσεις για τη βελτίωση του τομέα;
Η Κυβέρνηση θεωρεί επιτακτική τη μεταφορά τεχνογνωσίας για την παραγωγή
ασφαλών τροφίμων με σεβασμό στον καταναλωτή και εν όψει των απαιτήσεων
των σύγχρονων συστημάτων ποιότητας και ιχνηλασιμότητας. Για το λόγο αυτό
είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Ελληνικός αγροδιατροφικός τομέας είναι
ιδιαίτερα ελκυστικός για την υλοποίηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων και από
γερμανικά κεφάλαια.
Η νέα Κυβέρνηση αναπτύσσει ένα ελκυστικό επενδυτικό, φορολογικό και
νομικό πλαίσιο που προάγει την υγιή επιχειρηματικότητα και την
καινοτομία. Η ανάπτυξη της διμερούς συνεργασίας θα ανοίξει το δρόμο για
τις επενδύσεις με αμοιβαία οφέλη (win-win) για τις δύο πλευρές.