Αν δει κανείς λίγο πέρα από την σκληρή πραγματικότητα της ακρίβειας, του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης θα παρατηρήσει ότι αναπτύσσεται μπροστά του, ένα πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό αίνιγμα που αφορά τρεις χώρες οι οποίες εκ πεποιθήσεως και εκ συμπεριφοράς εναντιώνονται στην λειτουργία της λεγόμενης Δύσης και της φιλελεύθερης Δημοκρατίας. Πάμε όμως να δούμε τα πράγματα με την σειρά.
Αρχικά, σχετικά με τη Τουρκία, αν δει κανείς την πορεία των τελευταίων χρόνων θα δει ότι η συμπεριφορά της κάθε άλλο παρά φιλοδυτική είναι. Δεν διστάζει να εκβιάσει το ΝΑΤΟ με σκοπό να πάρει κάποια ανταλλάγματα, να προκαλέσει επεισόδια διπλωματικά και επί του πεδίου με εταίρους και γείτονες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, να εκβιάζει την ΕΕ με το θέμα του μεταναστευτικού, να παίζει τον Δούρειο Ίππο της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, να καταπατά το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα και να έχει προνομιακές σχέσεις με κράτη και ομάδες που φημίζονται για τρομοκρατικές πρακτικές (ΙΡΑΝ, ΧΕΣΠΟΛΑΧ, ΤΖΙΧΑΝΤΙΣΤΕΣ κ.α) . Όλα αυτά (και ακόμα περισσότερα που δεν φτάνει το κείμενο να ειπωθούν) δεν συνάδουν με μια χώρα η οποία θεωρείται ισότιμος εταίρος της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και της Δύσης γενικότερα, ούτε αποπνέουν μια φιλοδυτική στροφή σε καμία περίπτωση. Επομένως, έρχεται το σημείο να αναρωτηθεί κανείς: Τότε γιατί πέρα από μια φαινομενική απομόνωση, δεν κάνουν κάτι οι εταίροι της Τουρκίας για να την συνετίσουν και γιατί αν είναι έτσι δεν σταματάμε τις συνεργατικές επαφές μαζί της; Η απάντηση εδώ δεν είναι απλή ούτε μονολεκτική. Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε είναι μια δυναμική φάση αλληλεπίδρασης συμμαχιών και συγκυριακών συγκλίσεων συμφερόντων. Η Τουρκία έχει αμφίδρομη σχέση ανάγκης με την Δύση και αυτό το ξέρουν όλες οι πλευρές. Η Δύση δεν μπορεί να αφήσει έρμαιο της Ανατολής την Τουρκία καθώς έτσι χάνει την πρόσβασή της στην Ασία και δίνει την ευκαιρία στη Ρωσία να προσπαθήσει μια διείσδυση στη Μεσόγειο. Από την άλλη, η Τουρκία δεν μπορεί χωρίς την Δύση γιατί ξέρει ότι χωρίς την στήριξη και την σύνδεση με την Δύση, χάνει ένα αξιόπιστο οικονομικό σύμμαχο και μια εγγύηση ασφαλείας που της παρέχει το ΝΑΤΟ. Καμία άλλη χώρα ούτε η Κίνα , ούτε η Ρωσία μπορούν να εμφανιστούν ως αξιόπιστοι σύμμαχοι οικονομικοί ή ασφαλείας για να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της, οικονομικά και εσωτερικής τάξης. Επομένως, η θεωρία πως όσο ο κ.Ερντογάν βρίσκεται στην εξουσία και όσο η Τουρκία σαν κράτος κινείται σαν εκκρεμές στην διεθνή πολιτική έτσι θα πηγαίνουν και οι σχέσεις με την Δύση, είναι από τις πιο συνεκτικές. Το τανγκό δεν θα σταματήσει γρήγορα. Και μην υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι εξαιτίας του τραγικού σεισμού η Τουρκία θα αλλάξει πλεύση. Μόνο όταν δει ο κ.Ερντογάν ότι η πολιτική του εκκρεμούς δεν βρίσκει έδαφος στο λαό, τότε μόνο θα αλλάξει για να μην χάσει την εξουσία. Μέχρι στιγμής όμως βρίσκει έδαφος στο λαό, ωστόσο, ο σεισμός ίσως αποτελέσει μια τραγική αφορμή αντίστροφης πίεσης προς τον κ.Ερντογάν.
Έπειτα, η Ρωσική Ομοσπονδία μπορεί να πει κανείς ότι με τον πόλεμο που μαίνεται εδώ και ένα χρόνο στην Ουκρανία αφαίρεσε και το τελευταίο φύλο συκής που έπειθε και τους πλέον καλόπιστους, για την αξιόπιστη και καλοπροαίρετη συνεργασία μεταξύ Δύσης, ΕΕ και Ρωσίας. Πριν χρόνια με πρωτοβουλία και σθεναρή προσπάθεια της κ. Μέρκελ έγινε μια στρατηγική επιλογή η ΕΕ να στραφεί δίχως σχέδιο και ενστάσεις στην ενεργειακή ασφάλεια που υποτίθεται ότι παρείχε η Ρωσία. Όμως, σαν άρτια εκπαιδευόμενος ως πράκτορας που είναι ο κ. Πουτιν, κατάφερε να εγκλωβίσει την ΕΕ σε ένα ενεργειακό αδιέξοδο έτσι ώστε να την χρησιμοποιήσει σαν όπλο ενάντια στη Δύση. Καμία απειλή ζωτικής σημασίας δεν υπήρχε, κανένα ΝΑΤΟ δεν θα έμπαινε την Ουκρανία, καμία ένδειξη καταστροφής της Ρωσίας. Ο όποιος βουβός πόλεμος διεξαγόταν ήταν στο πλαίσιο των μεγάλων πολυεθνικών οι οποίες όπως όλες οι αυτοκρατορίες παλεύουν να είναι αυτάρκης σε ένα συνεχιζόμενο μεταβαλλόμενο εξωτερικό περιβάλλον. Η διπλωματία και ο πόλεμος των πολυεθνικών σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να μετατραπεί σε κανονική εισβολή και απειλή. Αλλά, όπως συμβαίνει σε αυταρχικούς ηγέτες με πολλά χρόνια εξουσίας στην πλάτη τους, έτσι και εκείνος έπεσε την παγίδα της Ιστορίας. Θεώρησε ότι η παντοδυναμία στο εσωτερικό πρέπει να εξαχθεί. Επίσης, βλέποντας κανείς μακροπρόθεσμα θα διαπιστώσει ότι η Ρωσία σαν ενεργειακός προμηθευτής ορυκτών καυσίμων με την πάροδο των χρόνων εξαιτίας της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της τεχνολογίας κυρίως της Δύσης, θα άρχιζε να εξασθενούσε ο ρόλος της. Αυτό θα γινόταν δηλαδή καθώς η Δύση δεν θα την χρειαζόταν και η Κίνα θα κρατούσε όπως κάνει ήδη τα σκήπτρα της λειτουργικότητας της τεχνολογίας καθώς πέρα από την εξέλιξη της στο κομμάτι αυτό ελέγχει και μεγάλο μέρος των ορυχείων που διαθέτουν στοιχεία που είναι αναγκαία για την τεχνολογία όπως Χόλμιο, Δυσπόζιο, Σέριο και άλλα. Επομένως, για αυτό παρατηρείται άλλωστε και τα τελευταία χρόνια άλλες χώρες παραγωγοί που έχουν την οικονομική δυνατότητα, να επενδύουν στον τουρισμό ( Ντουμπάι, Σαουδική Αραβία, κλπ), τις μεταφορές και άλλες δραστηριότητες. Επομένως, εδώ υπήρχε μια στρατηγική επιλογή που είχε να κάνει η Ρωσία. Να αφεθεί στην μέση του βουβού αυτού πολέμου μεταξύ Δύσης και Κίνας ή να εκβιάσει καταστάσεις, να αλλάξει το πεδίο της παγκόσμιας δράσης έτσι ώστε είτε να συμμαχήσει με την Κίνα και άλλες ανατολικές χώρες ενάντια στην «κακή» Δύση είτε να γίνει προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης, μέσω ενός ανανεωμένου συστήματος ασφαλείας με ενισχυμένου ρόλου της Ρωσίας. Τέλος, η συμπεριφορά αυτή εντάσσεται και στο σκεπτικό της διεκδίκησης μεγαλύτερης εφοδιαστικής πίτας που θα κατείχε η Ρωσία σε οποιαδήποτε σενάριο πραγματοποιούνταν, μεσώ της κατάληψης εδαφών της Ουκρανίας, πλούσια σε πρωτογενή προϊόντα και ενεργειακά αποθέματα. Με ένα σπάρο δύο τρυγόνια. Συνεπώς, γίνεται διακριτό και το πολύπλοκο του ζητήματος και της δυναμικότητας της κατάστασης, και την ζωτική σημασία που έχει για την παγκόσμια ειρήνη η στρατηγική και επί του πεδίου ήττα της Ρωσίας. Μόνο έτσι θα μπορέσει οικοδομηθεί ξανά κάποια αξιόπιστη μελλοντική σχέση με την Δύση, ανεξαρτήτως αφηγήματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την δικαιολόγηση της όποιαα αλλαγής στάσης της Ρωσίας.
Τέλος, η Κίνα είναι η χώρα που βρίσκεται ένα στάδιο πριν την ολοκλήρωση της σαν υπερδύναμη που είναι η απόκτηση μέγιστης στρατιωτική ισχύος. Ένα επίσης, αυταρχικό καθεστώς με την ευθύνη της εξάπλωση της πανδημίας να την βαραίνει, με ένα υπερπληθυσμό που αποκτά ασφυκτικές διαστάσεις αλλά και με δυνατά χαρτιά στα χέρια της όπως είναι η τεράστια ισχύς στην τεχνολογία, την επάρκεια σε σπάνιες γαίες, την ισχυρή οικονομία και την κατοχή μεγάλου μέρους του χρέους της Αμερικής. Η Κίνα ποτέ δεν θέλησε την καταστροφή της Δύσης επί του πεδίου αλλά αξιακά, θεωρώντας κλάσεις ανώτερο το πολιτισμικό της υπόβαθρο σε σχέση με την «επιφανειακή» και «αλαζονική» Δύση. Για αυτό άλλωστε και για τον πόλεμο στην Ουκρανία, δημόσια δεν έχει προχωρήσει στην έκφραση της θετική της στάσης αλλά σε κατευναστική εν μέρει ρητορική ρίχνοντας βέβαια το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης στην Αμερική και την «αλαζονική» Δύση γενικότερα. Επίσης και η Κίνα χρειάζεται την Δύση για εμπορικούς λόγους επομένως δεν έχει λόγο να προχωρήσει σε ευθεία σύγκρουση με αυτή παρά μόνο είτε με αντιπροσώπους ( βλέπε Ρωσία) είτε με μεμονωμένες και στοχευμένες μάχες και συγκρούσεις. Αυτές ξεκινάνε από τον εμπορικό πόλεμο και την διπλωματία των πολυεθνικών μέσω της διείσδυσης σε χώρες του δυτικού μπλοκ μέχρι τις κατά περιόδους εντάσσεις με την Ταιβάν και τις προκλήσεις στον Ειρηνικό, με τελικό στόχο τον έλεγχο της Ταιβάν και την εγκαθιδρύσει μιας κυριαρχίας στην απέναντι όχθη της Αμερικής, την οποία θα αναγκάσει τελικά να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον επανασχεδιασμό του παγκόσμιου γεωπολιτικού συστήματος λειτουργίας με όλες τις προεκτάσεις που μπορεί να έχει αυτό.
Αναλύοντας όλα τα παραπάνω, βλέπει κανείς την αλληλεξάρτηση και την δυναμική αλληλεπίδραση των παγκόσμιων σχέσεων των τριών αυτών χωρών. Μην λησμονούμε επίσης και άλλα προβλήματα που ανοίγονται μπροστά μας όπως πανδημίες, περιβαλλοντική κρίση, κλιματική αλλαγή κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι τρεις αυτές χώρες εμφορούνται και από τρία διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά συστήματα πεποιθήσεων, γεγονός το οποίο περιπλέκει έτι περαιτέρω τα πράγματα για την ανάλυση του αινίγματος της επίλυσης των προβλημάτων. Και εδώ είναι το σημείο που κάνει και τρομερά ενδιαφέρουσα την δεκαετίας μέχρι το 2033 όπου όλοι οι παγκόσμιοι παίχτες ( Ινδία, Κίνα, Ρωσία, Αμερική, ΕΕ) θα καλεστούν να κινούνται σαν εκκρεμές μέχρι να βρουν μια νέα ισορροπία.
*Νίκος Μουστάκας, ΠΜΣ Διεθνείς Διαπραγματεύσεις ΟΠΑ