Η Τουρκία δεν έπαψε ποτέ να διακατέχεται από το σύνδρομο του «Αυτοκρατορισμού» το οποίο θεωρεί ότι της παρέχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει αυθαίρετα σε διαφορετικά κρατικά σύνολα και να κατασκευάζει διεκδικητικά δικαιώματα σε βάρος άλλων χωρών προς ίδιον συμφέρον. Αυτό συμβαίνει σήμερα με την συμπεριφορά της την Κύπρο, στην Συρία, στην Λιβύη και στα νησιά μας, όπου εγείρει ανυπόστατες – ιστορικά και νομικά – αξιώσεις.
Τελευταία ο Τουρκικός «επεκτατισμός» εμφανίζεται επίμονος στην διεκδίκηση των νησιών του Αιγαίου. Έχει, όμως, κάποιο νομικό, ιστορικό ή πραγματικό δικαίωμα ώστε να νομιμοποιείται σε μια τέτοια διεκδίκηση;
Καταρχάς όσον αφορά στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (Λήμνος, Σάμος, Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Ικαρία) είχε τεθεί ρήτρα αποστρατικοποίησης με την συνθήκη της Λοζάνης το 1923, ωστόσο με την επόμενη συνθήκη του Μοντρέ (1936) απέκτησαν το δικαίωμα της επανόχυρωσης και στρατικοποίησης τους. Άλλωστε, μετά τον πόλεμο του 1914 είχαν ήδη απαλειφθεί οι Τουρκικές απειλές και διεκδικήσεις, ιδίως όταν συμμαχήσαμε και με την Αντάντ.
Την νέα αυτή νομική κατάσταση την είχε αποδεχθεί η ηγεσία της Τουρκίας. Ίσχυε άλλωστε τότε το Σύμφωνο Φιλίας των δύο χωρών (1930), που είχε υπογραφεί από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κεμάλ Ατατουρκ.
Όσον αφορά τώρα στα Δωδεκάνησα, όπου παρατηρείται σήμερα έντονη επιθετικότητα της Τουρκίας παρατηρούμε το εξής:
Πρώτον, τα νησιά αυτά τα είχε καταλάβει η Ιταλία το 1912 στον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας. Στην συνέχεια με την Συνθήκη της Λοζάνης (24 Ιουλίου 1923), η Τουρκία αναγνώρισε την νέα κατάσταση και απεκδύθηκε κάθε δικαιώματος από τα νησιά αυτά. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 15 της Συνθήκης η Τουρκίας «παραιτείται υπερ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου» όλων των απαριθμούμενων νησιών συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς και του Καστελόριζου.
Δεύτερον, με την συνθήκη των Παρισίων (1947) η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα «την πλήρη κυριαρχία των Δωδεκανήσων με την ρήτρα της αποστρατικοποίησης». Σημειώνουμε εδώ πως το ζήτημα των Δωδεκανήσων συζητήθηκε τον Απρίλιο του 1946 στο συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών και αποφασίστηκε καταρχήν η απόδοση των νησιών στην Ελλάδα. Η απόφαση θα ήταν ομόφωνη και θα έληγε εκεί το ζήτημα. Ωστόσο, οι διαφωνίες των Σοβιετικών με ΗΠΑ – Αγγλία δεν επέτρεψαν ομοφωνία.
Τρίτον, το 1975 η Τουρκία προσφεύγει στον ΟΗΕ και καταγγέλλει στις 21 χώρες των νικητριών δυνάμεων που είχαν υπογράψει την συνθήκη των Παρισίων ότι η Ελλάδα επαναστρατικοποιεί τα Δωδεκάνησα και απειλώντας την ασφάλεια της. Καμία, βέβαια, χώρα από αυτές έδωσαν σημασία στο Τουρκικό διάβημα. Προφανώς έκριναν πως η Άγκυρα δεν νομιμοποιούταν να προβάλει μια τέτοια αξίωση αφού οι συνθήκες των Παρισίων (1947) δεν την αφορούσε. Άλλωστε, δεν αναφέρονταν πουθενά κάποια ρήτρα που θα αφορούσε στην ασφάλεια της.
Τέταρτον, το 1975 η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και απειλούσε να μετατρέψει την Ρόδο σε Κύπρο. Ποιο κράτος συνεπώς θα νομιμοποιούνταν να επικαλεστεί την ασφάλεια του; Όχι πάντως η Τουρκία. Αντίθετα, η συνεχώς απειλούμενη χώρα μας όφειλε να φροντίσει για την άμυνα της με τρόπους άλλωστε σύμφωνους με το διεθνές δίκαιο.
Το θράσος βέβαια της Τουρκίας είναι ιστορικά απροσμέτρητο γιατί ακόμα και λίγο μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο όπου είχε ουδέτερη στάση, ενώ η Ελλάδα έχυνε το αίμα της στον βωμό της ελευθερίας, διεκδικούσε δειλά δειλά το Καστελόριζο και την Σύμη (βλ. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Τόμος ΙΔΡ, σελ. 128, Εκδοτική Αθηνών).
Συμπερασματικά, οι Τούρκοι δεν έπαψαν ποτέ να διεκδικούν Ελληνικά εδάφη, και όχι μόνο τα νησιά μας. Σήμερα, στην νέα διάταξη του κόσμου, οι συγκυρίες δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη Δυτική υποστήριξη από την Τουρκία, ειδικά σε σχέση με το παρελθόν. Οι καιροί έχουν αλλάξει και φαίνεται ότι μας ευνοούν.