Του Γεωργίου Παπασίμου Site: http://www.gpapasimos.gr/ Twitter: @PapasimosG
Ενώ όλος ο πλανήτης και ιδιαίτερα η Ευρώπη βιώνουν ήδη το πέμπτο κύμα της φονικής πανδημίας του κορωνοϊού (η μετάλλαξη της Ο που επιπίπτει ως «τσουνάμι» στις ευρωπαϊκές κοινωνίες με μεγάλο κίνδυνο να ακυρωθούν τα συστήματα υγείας, λόγω της υπέρμετρης υπερμεταδοτικότητας), η χώρα μας βιώνει τις συνεχείς ανορθολογικές πολιτικές «πιρουέτες» της κυβέρνησης, χωρίς όμως από το κάδρο των ευθυνών να εξαιρείται και η αντιπολίτευση. Πρόκειται για τις συνέπειες λειτουργίας ενός φθαρμένου πολιτικού συστήματος, που αδυνατεί να εμπνεύσει και να αποτελέσει τον οδηγό της κοινωνίας εν μέσω της θυέλλης που βρισκόμαστε. Η χώρα μας πορεύεται χωρίς ένα σταθερό και λειτουργικό πλαίσιο, με το οποίο θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί επωφελώς για την κοινωνία το πρόβλημα της πανδημίας, αφού πρωτίστως πρυτανεύει το πολιτικό κόστος, ο ανορθολογισμός και η μικροπολιτική αντίληψη. Παράδειγμα επ’ αυτών πολλά. Η πλήρης απελευθέρωση των εμβολιασμένων στις αρχές του Φθινοπώρου την ώρα που η μετάλλαξη Ε άρχιζε να δείχνει τα δόντια της στους εσωτερικούς χώρους και ιδιαίτερα στα κέντρα διασκέδασης σε μια χώρα που απουσιάζει ο συστηματικός έλεγχος και κυριαρχεί η ταχυδακτυλουργία πολλών για να υπερβούν τους όποιους ελέγχους. Είναι βέβαιον ότι αυτό είχε δυσμενή και αρνητικά αποτελέσματα στο πρόβλημα των καθημερινών θανάτων και των διασωληνωμένων της τελευταίας περιόδου, αφού και οι εμβολιασμένοι, που κατά βάση προστατεύονται από βαριά νόσηση, μολύνονται και μεταδίδουν.
Αντίστοιχη ανορθολογική απόφαση αποτέλεσε η καθυστέρηση εφαρμογής της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών στους νοσοκομειακούς, η απουσία αυτής στους τομείς των δημοσίων υπαλλήλων, που έρχονται σε μεγάλη επαφή με τους πολίτες και η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού στους άνω των 60, δεδομένου ότι η Ελλάδα διατηρεί έναν από τους γηραιότερους πληθυσμούς σε όλη την Ευρώπη που «συνωστίζεται» στις ΜΕΘ. Εάν για παράδειγμα, αυτές οι αποφάσεις λαμβάνονταν έγκαιρα το καλοκαίρι με αποφασιστικότητα και καθαρές εξηγήσεις, είναι βέβαιον ότι η εικόνα θα ήταν πολύ καλύτερη. Η απουσία σοβαρής ενίσχυσης του Ε.Σ.Υ. δείχνει πλέον, τώρα στη κρίσιμη φάση τα «δόντια» της. Στο κρίσιμο αυτό εθνικό θέμα παρατηρούμε καθημερινά μια λασπομαχία του τοξικού δικομματισμού μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για το ποιος είχε περισσότερα κρεβάτια ΜΕΘ (σήμερα λειτουργούν 1.300 μικτές ΜΕΘ σε όλη την Ελλάδα με μειωμένο προσωπικό, ενώ η χώρα χρειάζεται τουλάχιστον 2.000 ΜΕΘ σε πλήρη λειτουργία), ενώ για το μείζον ζήτημα, που είναι η απουσία εξειδικευμένου προσωπικού για την λειτουργία τους, λόγω και της προηγηθείσας εξόδου 500.000 επιστημόνων στα χρόνια του μνημονιακού οδοστρωτήρα, ουδεμία σοβαρή συζήτηση γίνεται. Η πρόσφατη έκθεση Τσιόδρα – Λύτρα για την θνησιμότητα στις ΜΕΘ και στις ΜΑΘ αν και κινείται στην κοινή λογική, εκθέτει τους πάντες, αφού εμφανίζει μεγαλύτερή θνητότητα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες στις ΜΕΘ, πολύ μεγαλύτερη θνητότητα εκτός ΜΕΘ με απλή διασωλήνωση και δραματικές ανισορροπίες μεταξύ των Νοσοκομείων του κέντρου και της περιφέρειας. Τέλος, και η σταθερή πηγή ενίσχυσης του πανδημικού φαινομένου στην Ελλάδα που αποτελούν τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, παραμένει αναλοίωτη, αφού πλην λίγων εμβαλωματικών λύσεων, επί της ουσίας τίποτα δεν έχει γίνει σε αυτό τον κρίσιμο τομέα.
Αποκορύφωμα των ανορθολογικών «πιρουετών» αποτελέσαν οι κυβερνητικές αποφάσεις, όπου αφέθηκε ο πληθυσμός να «απολαύσει» τις χριστουγεννιάτικες εορτές χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο αντιμετώπισης του παγόβουνου της Ο, η οποία ήταν βέβαιο ότι θα ενέσκυπτε με βίαιο τρόπο και στη χώρα μας με επικοινωνιακού τύπου κορώνες, ότι θα ληφθούν μέτρα κατόπιν εορτής. Το ότι αναγκάστηκαν να λάβουν μέτρα λίγο πριν τη Πρωτοχρονιά όταν τα ημερήσια στρώματα σκαρφάλωσαν στις 30.000 απλώς επιβεβαιώνει τα παραπάνω.
Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι μόνο οι κυβερνητικές ανορθολογικές «πιρουέτες» εν μέσω πανδημίας, που πλέον έχουν υπονομεύσει την όποια σοβαρότητα και την εμπιστοσύνη μεταξύ αυτής και των πολιτών, αλλά και το ότι το ζήτημα της αδυναμίας της έμπνευσης και της σοβαρότητας βαρύνει και τα κόμματα τη αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα της αξιωματικής, που για το θέμα αυτό όφειλαν εξαρχής να πρωτοστατήσουν για τη λήψη μέτρων προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Αντί αυτού και αυτά επιδόθηκαν σε αντίστοιχες αντιπολιτευτικές «πιρουέτες», που το μόνο που έκαναν είναι να δημιουργήσουν ρωγμές στην κοινωνική συνοχή και να ενισχύσουν την αδυναμία της ελληνικής κοινωνίας να ανταποκριθεί στο σύνολο της απέναντι στην πανδημία (διόγκωση ανορθολογικών πυρήνων από συνωμοσιολόγους, ακροδεξιούς πυρήνες, θρησκόληπτους κλπ).
Το παγκόσμιο φαινόμενο της πανδημίας του COVID-19, που λειτουργεί ευρύτερα ως τιμωρός της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και μεγεθυντής των αδιεξόδων του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, στην Ελλάδα πέραν αυτών λαμβάνει και χαρακτηριστικά αποκάλυψης της έλλειψης νομιμοποίησης της κοινωνίας στα κόμματα και στο πολιτικό σύστημα. Το φαινόμενο αυτό της βαθιάς παρακμής του πολιτικού συστήματος και της κυριάρχησης της ολισθηρής κομματοκρατίας δεν αποτελεί φυσικά κεραυνό εν αιθρία. Επωάστηκε και γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης και μετατράπηκε πλέον σε υποκείμενο «νόσημα» της Ελλάδος.
Σε μια κοινωνία, όπως η ελληνική, όπου απουσιάζει το ισχυρό αντιεμβολιαστικό κίνημα, που υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και έχοντας υποστεί τη βίαιη φτωχοποίηση και τις κοινωνικές διαιρέσεις κατά τη προηγούμενη δεκαετή περίοδο του μνημονιακού οδοστρωτήρα είναι εντελώς παράλογο και επικίνδυνο να δημιουργούνται συνθήκες κοινωνικής διαίρεσης, λόγω της προδήλου αδυναμίας του πολιτικού συστήματος και των άλλων φορέων (επιστημονικό προσωπικό κλπ), να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Δεδομένου ότι τίποτα δεν έχει κριθεί στη μάχη κατά της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κρίσιμος παράγοντας, παραμένει η κοινωνική συνοχή για τις επιμέρους δύσκολες στροφές κατά την αντιμετώπιση αυτού του εφιάλτη. Όταν αυτή τινάζεται στον αέρα με τις αλλοπρόσαλλες και χωρίς ουσιαστικό όφελος πολιτικές, που ενισχύουν μία οικονομική ανέξοδη κοινωνική διαίρεση σε μια χώρα που έχει μεγάλα τραύματα από τους εμφύλιους ιδεασμούς, που την οδήγησαν σε καθυστέρηση και σε μεγάλα ολισθήματα, τότε βρισκόμαστε πραγματικά σε μεγάλο κίνδυνο που πρέπει άμεσα να αποτραπεί. Για αυτό, θα πρέπει να διαφοροποιηθεί πάραυτα τόσο η στρεβλή και αποτυχημένη κυβερνητική ατζέντα, η οποία γίνεται με μοναδικό στόχο την απάλειψη των πολιτικών ευθυνών σε περίπτωση νέου ισχυρού πέμπτου κύματος και της μετάθεσης αυτών στη κοινωνία και στην ατομική ευθύνη όσο και ο ελλιπής αντιφατικός αντικυβερνητικός λόγος. Με λίγα λόγια απαιτείται η στοιχειώδης σοβαρότητα από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, τους επιστήμονες και τους θεσμούς της χώρας.